Με αφορμή την επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού, στη Γερμανία ο γαλλογερμανός επικεφαλής της ευρωομάδας των Πράσινων στο ευρωκοινοβούλιο, Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, τάσσεται στο πλευρό του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του.
Ειδικότερα ο Bendit θεωρεί ότι στη διένεξη με την ΕΕ για το ζήτημα του χρέους η ελληνική κυβέρνηση συμπεριφέρεται «απολύτως φυσιολογικά».
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle σε συνέντευξή του στη γερμανική δημόσια ραδιοφωνία dradio ο ευρωβουλευτής και ιστορικό στέλεχος των Πρασίνων δεν διατυπώνει ενστάσεις στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα. Τονίζει ωστόσο ότι «είναι ζήτημα ταχύτητας και χρόνου.
Ορθά η κυβέρνηση επιδιώκει κατ΄ αρχήν να θέσει τα θεμέλια για την αντιμετώπιση της φτώχειας που πλήττει τη χώρα.
Όταν ζητάς μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση, ας πούμε, της φοροδιαφυγής θα πρέπει να σκεφτείς πόσο χρόνο χρειάστηκε η γερμανική κυβέρνηση, για παράδειγμα, για το ζήτημα αυτό.
Ακόμα οι προσπάθειές της δεν έχουν ολοκληρωθεί για την πάταξης της φοροδιαφυγής στη Γερμανία. Για το λόγο αυτό πιστεύω ότι οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα είναι ευρύτατες και πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν».
Η αντίσταση κατά της πολιτικής λιτότητας δεν είναι καθαρά ελληνικό φαινόμενο. Τόσο στην Ισπανία το κίνημα Pοdemos, όσο και στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν αμφισβητούν την ορθότητα της πολιτικής αυτής. Ο Μπεντίτ επικρίνει την πολιτική της ΕΕ:
«Η πολιτική της ΕΕ είναι λανθασμένη τουλάχιστον εν μέρει. Και νομίζω ότι αυτό είναι πρόβλημα το οποίο η γερμανίδα καγκελάριος δεν μπορεί να διακρίνει εύκολα.
Αλλά ο τρόπος με τον οποίο η πολιτική λιτότητας εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια είναι για ορισμένες χώρες ανυπόφορος.
Θεωρώ, ωστόσο, ότι ανυπόφορη είναι και η γερμανική κοινή γνώμη που ζητά συνεχώς λιτότητα χωρίς να συνειδητοποιεί τι σημαίνει αυτό για τον πληθυσμό».
Στο γερμανικό, και όχι μόνο, επιχείρημα ότι θα πρέπει να τηρούνται τα συμφωνηθέντα ή να προωθηθούν μεταρρυθμίσεις, με άλλα λόγια να υπάρχει αντάλλαγμα για τις πιστώσεις, ο γαλλογερμανός πολιτικός απαντά: «Θα πρέπει να εξεταστεί αν οι συμφωνίες ήταν πράγματι σωστές. Αυτό είναι προς το παρόν ένα από τα προβλήματα.
Δεδομένου ότι οι μισθοί στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 30 με 40%, δεν είναι δυνατή η επιπλέον περικοπή τους.
Πρέπει να το αποδεχτούμε αυτό. Εδώ στη Γερμανία ο κόσμος αντιδρά εντονότατα όταν δεν αυξάνονται οι μισθοί».