Αρθρο του Παναγιώτη Λιαργκόβα *
Την προηγούμενη Δευτέρα βρέθηκα στην ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών. Παρακολουθώντας τις ομιλίες του πρωθυπουργού και του υπουργού οικονομικών, έκανα ταυτόχρονα σκέψεις για όλα όσο έχουν συμβεί τα τελευταία 5 χρόνια στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Η χώρα, είναι αλήθεια, ότι πέτυχε -με κόπο και θυσίες- πλεονάσματα, τόσο στον δημοσιονομικό τομέα όσο και στο εξωτερικό ισοζύγιο. Κατάφερε επίσης να δημιουργήσει στο τέλος του 2014, ένα θετικό πρόσημο στο ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ, για πρώτη φορά μετά το 2007, 0,8%. Δεν πρέπει να υποτιμάμε την πρόοδο αυτή!
Τα πρωτογενή πλεονάσματα της προηγούμενης κυβέρνησης είναι αυτά που έδωσαν τη δυνατότητα στην σημερινή κυβέρνηση να διαπραγματευτεί με τους θεσμούς με καλύτερους όρους, προς όφελος πάντα των πολιτών.
Όμως, οι διαπραγματεύσεις πήραν πολύ χρόνο. Σε συνδυασμό με τις αβεβαιότητες που προέκυψαν στο τελευταίο τρίμηνο του 2014 (λόγω εκλογικού κύκλου και εκκρεμοτήτων γύρω από τη δημοσιονομική προσαρμογή και τις μεταρρυθμίσεις), η πραγματική οικονομία ουσιαστικά πάγωσε.
Δημιουργήθηκε δηλαδή ένα νέο υφεσιακό κλίμα με χαρακτηριστικά όπως η συνεχής διαρροή καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα, η τροφοδότηση μια νέας γενιά κόκκινων δανείων, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το δημόσιο και η ένταση των χρηματοδοτικών δυσκολιών των επιχειρήσεων.
Η ενίσχυση της αβεβαιότητας, δηλαδή, έκανε ήδη ζημιά στην οικονομία. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται και από τα πρόσφατα οριστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Αυτά δεν τα γράφω προκειμένου να υποστηρίξω ότι η κυβέρνηση δεν έπρεπε να διαπραγματευτεί (για όσο χρονικό διάστημα ήταν αναγκαίο) με τους θεσμούς. Το αντίθετο.
Οι διαπραγματεύσεις ήταν απαραίτητες. Και οφείλουμε όλοι να γνωρίζουμε και να αποτιμούμε το αντίστοιχο κόστος που συνεπάγεται μια τέτοια επιλογή. Εάν όμως θέλουμε να πάμε μπροστά, πρέπει να χρησιμοποιούμε το παρελθόν για να αντλούμε χρήσιμα διδάγματα και εμπειρίες και όχι για να εγκλωβιζόμαστε μέσα σε αυτό.
Είναι, δηλαδή, απολύτως αναγκαία η φυγή προς τα εμπρός. Η (έντιμη) συμφωνία με τους θεσμούς θα δώσει μια νέα αναπτυξιακή ώθηση στην ελληνική οικονομία. Θα έρθουν στην επιφάνεια πολλά ώριμα επενδυτικά σχέδια από ντόπιους και ξένους επιχειρηματικούς φορείς, ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, που περιμένουν ένα σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον εντός της ευρωζώνης για να υλοποιηθούν.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναφέρθηκε κατά την ομιλία του σε ορισμένα από αυτά: εργοστάσιο μεταλλουργίας για αμαξώματα αυτοκινήτων και αεροπλάνων, υδροπονικές μονάδες παραγωγής αγροτικών προϊόντων, υποθαλάσσια σύνδεση ηλεκτροδότησης των νησιών, ηλεκτρονικοποίηση διαχείρισης συναλλαγών, κέντρα αποθήκευσης και διανομής εμπορευμάτων, ανάπτυξη φαρμακευτικών προϊόντων, ανάπτυξη υποδομών για εξυπηρέτηση νέων μορφών τουρισμού κλπ.
Όλες αυτές οι επενδύσεις αντιστοιχούν σε νέες θέσεις εργασίας, σε νέα εισοδήματα, σε νέα παραγωγή.
Μαζί με τη ρύθμιση του ζητήματος του χρέους αλλά και την υλοποίηση των εδώ και χρόνια(!) δρομολογούμενων μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, τη φορολογία και τις αγορές προϊόντων, η χώρα θα καταφέρει να γυρίσει σελίδα και να επαναφέρει την ελπίδα στους ταλαιπωρημένους πολίτες της.
* Ο Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι
Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και Συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Αγορά»