Λίγες ημέρες πριν τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, ο Νίκος Χατζηνικολάου, με άρθρο-παρέμβαση στη Realnews, ρωτούσε «πώς θα συναντηθούν στις 26 Ιανουαρίου αυτοί που σήμερα ανταλλάσσουν ύβρεις και σκληρούς χαρακτηρισμούς;» αναφερόμενος στην ποιότητα του προεκλογικού διαλόγου.
Σχολιάζοντας το αδιέξοδο των διαβουλεύσεων στις Βρυξέλλες, έγραψε στο twitter:
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο του Νίκου Χατζηνικολάου που δημοσιεύθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2015, στη Realnews, με τίτλο «Μήπως να σκεφθούν την 26η Ιανουαρίου;»
Η ποιότητα του προεκλογικού διαλόγου που διεξάγεται στη χώρα το τελευταίο διάστημα είναι τραγικά χαμηλή. Τα μεγάλα θέματα που συνδέονται με το παρόν και το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας είτε απουσιάζουν πλήρως από την πολιτική ατζέντα των ημερών, είτε υποβαθμίζονται, ενώ αντίθετα το ενδιαφέρον της πλειονότητας των κομμάτων, των υποψηφίων βουλευτών, αλλά και των μέσων μαζικής ενημέρωσης μονοπωλούν ανούσιες αντιπαραθέσεις που γίνονται χάριν των εντυπώσεων και αποσκοπούν αποκλειστικά και μόνο στην ψηφοθηρία. Οσο για το ύφος και το ήθος της δημόσιας συζήτησης, τα σχόλια περιττεύουν. Η πολιτική ατμόσφαιρα είναι η χειρότερη της μεταπολίτευσης. Υβρεις, εκβιασμοί, απειλές, λάσπη, αλλά και ακατάσχετη μπουρδολογία και ασχετοσύνη είναι τα «υλικά» που συνθέτουν την άθλια εικόνα της πολιτικής μας σκηνής λίγο πριν από τις εθνικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου.
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και ΣΥΡΙΖΑ, τα δύο μεγαλύτερα κόμματα σήμερα, μας οδήγησαν στην πρόωρη αυτή εκλογική αναμέτρηση εξαιτίας της αδυναμίας τους να παραμερίσουν τα στενώς νοούμενα κομματικά τους συμφέροντα και να συνεννοηθούν στοιχειωδώς για μια συντεταγμένη πορεία της χώρας προς τις κάλπες, που δεν θα δημιουργούσε κινδύνους για τα εθνικά μας συμφέροντα. Και έτσι τα χρονικά περιθώρια για τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης που θα προκύψει από τις κάλπες με τους δανειστές είναι τώρα ασφυκτικά. Στις 28 Φεβρουαρίου λήγει η δίμηνη παράταση του μνημονίου… Και βέβαια η Ελλάδα είναι σήμερα κυριολεκτικά στριμωγμένη στα σχοινιά του ρινγκ, καθώς τα διαθέσιμα των κρατικών μας ταμείων έχουν μειωθεί απειλητικά, οι τράπεζες βρίσκονται ένα βήμα πριν από την ασφυξία και αναζητούν νέες ενέσεις ρευστότητας και τα ασφαλιστικά ταμεία είναι μπροστά στο φάσμα της χρεοκοπίας, με ορατό πλέον τον κίνδυνο σύντομα να μην μπορούν να πληρώσουν συντάξεις.
ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ που ανακύπτουν για τις ηγεσίες των δύο κομμάτων είναι πολλά:
• Γιατί η κυβέρνηση του κ. Αντώνη Σαμαρά κατέβασε τα μολύβια μετά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, αντί να «τρέξει» την υλοποίηση των μνημονιακών της υποχρεώσεων, ώστε να κλείσει εγκαίρως την αξιολόγηση, στις αρχές του φθινοπώρου, να «κλειδώσει» την προληπτική πιστωτική γραμμή για την επόμενη μέρα, να ανοίξει στη συνέχεια τη συζήτηση για την απομείωση του δημοσίου χρέους και τέλος να δρομολογήσει τη διαδικασία εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας; Τι νόημα είχε η πρόωρη κίνηση για την απομάκρυνση της τρόικας και την έξοδο του ΔΝΤ από το πρόγραμμα δανεισμού της χώρας, χωρίς καν να έχουν ολοκληρωθεί τα προαπαιτούμενα; Και γιατί έφερε την προεδρική εκλογή νωρίτερα, ενώ είχε ακόμη επαρκή χρόνο για να ολοκληρώσει τη συμφωνία με τους δανειστές για την επόμενη μέρα;
• Γιατί η αξιωματική αντιπολίτευση του κ. Αλέξη Τσίπρα έδειξε τέτοια βιασύνη για την άνοδό της στην εξουσία; Γιατί δεν πρότεινε στην κυβέρνηση μια πολιτική συμφωνία για την ομαλή πορεία της χώρας, που θα περιλάμβανε την από κοινού εκλογή Προέδρου, τη συνταγματική αναθεώρηση και τον καθορισμό της ημερομηνίας των εθνικών εκλογών σε σύντομο χρόνο; Τι θα άλλαζε αν διεκδικούσε την άνοδό της στην εξουσία λίγους μήνες αργότερα, με δεδομένο μάλιστα ότι η οριστική έξοδος της χώρας από το μνημόνιο και η απομάκρυνση της τρόικας θα ήταν πλέον πολύ πιο κοντά; Δεν συνειδητοποίησε ότι αν κερδίσει τις εκλογές, όπως όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν, θα βρεθεί μπροστά σε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση;
ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΕΣ ότι και οι δύο παρατάξεις έθεσαν το κομματικό τους συμφέρον υπεράνω του εθνικού. Οι κυβερνητικοί θεώρησαν ότι αναλαμβάνουν μεγάλο πολιτικό κόστος αν προχωρήσουν στη νέα συμφωνία με τους δανειστές και παράλληλα φοβήθηκαν ότι ίσως δεν θα μπορέσουν να την περάσουν από τη Βουλή. Οι αντιπολιτευόμενοι πίστεψαν ότι δεν θα βρουν καλύτερη συγκυρία από τη σημερινή για να κερδίσουν τις εκλογές και απέφυγαν να δώσουν πολιτικό χρόνο «ανάκαμψης» στον αντίπαλό τους. Και οι δυο μαζί, όμως, έφεραν τη χώρα μπροστά σε μεγαλύτερες δυσκολίες, μπροστά σε μεγαλύτερους κινδύνους.
ΚΑΙ ΤΩΡΑ, στη διάρκεια αυτής της προεκλογικής μάχης, εξακολουθούν να συμπεριφέρονται επιπόλαια. Χωρίς να σκέπτονται την επόμενη μέρα της χώρας. Πώς θα συναντηθούν στις 26 Ιανουαρίου αυτοί που σήμερα ανταλλάσσουν ύβρεις και σκληρούς χαρακτηρισμούς; Και σε ποια βάση θα συνεννοηθούν όταν σε ολόκληρη την προεκλογική περίοδο δεν έχουν συζητήσει ούτε μια φορά μεταξύ τους για τα μεγάλα και τα σημαντικά; Ακούσατε κανένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αυτές τις μέρες; Παρουσιάστηκε κάποια ολοκληρωμένη και σοβαρή πρόταση για το δημογραφικό ή για το μεταναστευτικό; Εγινε καμμιά συζήτηση για τη Θράκη ή για την ΑΟΖ;
ΟΙ ΝΟΥΝΕΧΕΙΣ και ψύχραιμοι πολίτες ανησυχούν σφόδρα μήπως ο νέος δικομματισμός, που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι «φουντώνει», αποδειχθεί τελικά χειρότερος ακόμη και από αυτόν της πρώτης περιόδου της μεταπολίτευσης, που μας οδήγησε σε πολιτική και οικονομική χρεοκοπία. Η σύγκρουση «φωτός και σκότους», η σύγκρουση των «δύο κόσμων», που ζήσαμε τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, επαναλαμβάνεται σήμερα σαν φάρσα… Με τη διαφορά ότι οι στιγμές είναι πολύ πιο κρίσιμες για την πατρίδα. Ας το σκεφτούν οι κ.κ. Σαμαράς και Τσίπρας και ας χαμηλώσουν τους τόνους…