Στο 83% του ευρωπαϊκού μέσου όρου έφτασε το 2014 η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Την ίδια χρονιά, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 72% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
To 2014 η κατά κεφαλήν κατανάλωση, εκπεφρασμένη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS), κυμαινόταν στην ΕΕ από 49% του ευρωπαϊκού μέσου όρου ως 140%, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κυμαινόταν μεταξύ 45% στη Βουλγαρία και 263% στο Λουξεμβούργο.
Ειδικότερα, τα υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης καταγράφονται στο Λουξεμβούργο (40% άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου), στη Γερμανία και στην Αυστρία (20%). Ακολουθούν η Δανία, το Βέλγιο, η Σουηδία, η Μ. Βρετανία, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Ολλανδία (10 με 15% άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου).
Λίγο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο βρίσκεται η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ιταλία, την Ιρλανδία, την Κύπρο και την Ισπανία (0-10%). Ακολουθούν η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Λιθουανία (μεταξύ 10 και 20%), και μετά η Μάλτα, η Τσεχία, η Πολωνία, η Σλοβενία και η Σλοβακία (20-30% κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου).
Τα χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης στην ΕΕ καταγράφονται στην Βουλγαρία (50% κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου). Ακολουθούν η Κροατία και η Ρουμανία (40-45% ), η Εσθονία, η Λετονία και η Ουγγαρία (30-40%).
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τη Eurostat η κατά κεφαλήν πραγματική ατομική κατανάλωση (AIC), ή κατά κεφαλήν κατανάλωση, είναι ο δείκτης της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών.