Με νέο κύκλο επιδοτήσεων στα νοικοκυριά για την αγορά ηλεκτρικών συσκευών, όπως κλιματιστικά, πλυντήρια και φούρνοι θα «συνδεθούν» οι ανατροπές που έρχονται στη ζώνη χαμηλής χρέωσης.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχεδιάζει να μετατοπίσει το φθηνό νυχτερινό τιμολόγιο στις μεσημεριανές ώρες.
Μια τέτοια αλλαγή όμως στα όσα ξέραμε μέχρι σήμερα θα ανατρέψει τον προγραμματισμό χιλιάδων νοικοκυριών -ειδικά των ζευγαριών που εργάζονται εκείνες τις ώρες- και θα «φουσκώσει» τους λογαριασμούς, τους οποίους πληρώνουν.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Όπως όμως μας επισημαίνει και ο Ενεργειακός Σύμβουλος Μιχάλης Χριστοδουλίδης, «θα πρέπει και οι καταναλωτές να μπορούν να επωφεληθούν από αυτή την εξέλιξη και φυσικά να έχουν και συσκευές που θα ανταποκρίνονται στις νέες απαιτήσεις».
Πως διαμορφώνεται το νέο «Αλλάζω συσκευή»
Για παράδειγμα, δεδομένου ότι οι περισσότεροι το μεσημέρι βρίσκονται στη δουλειά τους, με μια νέα επιδότηση θα αποκτήσουν την δυνατότητα να αλλάξουν τις συσκευές τους με νέες πιο σύγχρονες, τις λεγόμενες «έξυπνες συσκευές», τις οποίες και θα χειρίζονται από απόσταση μέσω WiFi. Η συγκεκριμένη επιλογή θα είναι μία ακόμη που θα προστεθεί στα κριτήρια αγοράς της εκάστοτε συσκευής.
Έτσι, όπως όλα δείχνουν σε νέο κύκλο «Αλλάζω Συσκευή» -που ο κ. Χριστοδουλίδης θεωρεί σχεδόν βέβαιο πως θα προκηρυχθεί το επόμενο διάστημα- θα δοθεί έμφαση και στην προμήθεια με κρατική χρηματοδότηση «έξυπνων» συσκευών, οι οποίες θα επιτρέπουν στους δικαιούχους του νέου προγράμματος, να ρυθμίζουν εξ’ αποστάσεως τις ώρες λειτουργίας των οικιακών συσκευών τους.
Σίγουρο θεωρείται πάντως ότι τις επόμενες εβδομάδες θα προκύψουν νέα δεδομένα στο ηλεκτρικό ρεύμα και αυτές οι εξελίξεις θα πρέπει να συνδεθούν με το νέο κύκλο του προγράμματος «Αλλάζω Συσκευή», το οποίο σχεδιάζεται από τα αρμόδια υπουργεία Ενέργειας και Οικονομικών, ώστε να είναι συμβατό με τις διαφοροποιήσεις που ενδέχεται να προκύψουν στα τιμολόγια ρεύματος.
Ποιες συνθήκες υπαγορεύουν την «μετακόμιση» της ζώνης χαμηλής χρέωσης
Ο Ενεργειακός Σύμβουλος Μιχάλης Χριστοδουλίδης εκτιμά πως πολύ σύντομα θα εφαρμοστεί το φθηνό τιμολογίου ρεύματος κατά τις μεσημεριανές ώρες: Η ζώνη χαμηλής χρέωσης, που μέχρι σήμερα «ενεργοποιείται» νύχτα, θα πάψει να υφίσταται το διάστημα από τις 11 το βράδυ έως και τις 7 το πρωί και θα «μετακομίσει» το … μεσημέρι.
Όπως επισημαίνει άλλωστε μια τέτοια εξέλιξη υπαγορεύεται από αντικειμενικές συνθήκες. Σήμερα το σύστημα διάθεσης «πράσινης» ενέργειας, εμφανίζει «επικίνδυνες» ανισορροπίες. Κατά τις μεσημεριανές ώρες έχουμε υψηλά ποσοστά «πράσινης» ενέργειας να εισέρχονται στο σύστημα κυρίως από τα φωτοβολταϊκά, χωρίς όμως να υπάρχει και η ανάλογη κατανάλωση.
Με άλλα λόγια, οι «πράσινες μεγαβατόρες» πάνε στα αζήτητα.
Έτσι, οι παραγωγοί ΑΠΕ το μεσημέρι είναι αναγκασμένοι να διαθέτουν σε πολύ φθηνές τιμές την ενέργεια που παράγουν, με τα έσοδά τους να είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Αν αυτό συνεχιστεί δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και θα αντιμετωπίσουν αργά ή γρήγορα την πιθανότητα να καταστούν μη βιώσιμοι.
Η «μεταφορά» του «προνομιακού» φθηνού τιμολογίου κατά τις μεσημεριανές ώρες, θεωρείται πως θα αυξήσει την ζήτηση για ενέργεια, επιτρέποντας έτσι στους παραγωγούς ΑΠΕ να βάλουν «φρένο» στην «κατρακύλα» των τιμών που πωλούν το προϊόν τους.
Επιπλέον, υπάρχει και ο κίνδυνος blackout λόγω της … υπερπαραγωγής ενέργειας, καθώς εφόσον δεν υπάρχει η αντίστοιχη κατανάλωση προκαλούνται ανισορροπίες στο σύστημα.
«Κοσμογονικές» αλλαγές με μειώσεις τιμών για νοικοκυριά
Από μια τέτοια κίνηση όμως δεν θα επωφεληθούν μόνον οι παραγωγοί «πράσινης ενέργειας», όπως τονίζει ο Μιχάλης Χριστοδουλίδης. Ανατροπές θα φέρει και στις βιομηχανίες, όπως και τις εμπορικές δραστηριότητες η υιοθέτηση του φθηνού νυχτερινού τιμολογίου κατά τις μεσημεριανές ώρες: Σήμερα, βιομηχανία και εμπόριο έχουν τιμολόγια και κόστη στο ρεύμα που προσομοιάζουν με αυτά ενός νοικοκυριού, ανεβάζοντας έτσι και το κόστος του τελικού προϊόντος.
Εφόσον, η φθηνή τιμολόγηση ισχύσει το μεσημέρι -και δεδομένου ότι πρόκειται για ώρες αιχμής για τις εν λόγω δραστηριότητες- το κόστος παραγωγής και λειτουργίας θα περιοριστεί αισθητά, με ότι αυτό βεβαίως συνεπάγεται στις τιμές που θα πρέπει να πληρώνει τελικά ο καταναλωτής ενός βιομηχανικού προϊόντος ή μιας εμπορικής υπηρεσίας.
Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα το κόστος ενέργειας για την παραγωγή του ίδιου βιομηχανικού προϊόντος στην Ελλάδα είναι 95 ευρώ η ηλεκτρική μεγαβατόρα, στην Γερμανία 44 ευρώ και την Γαλλία μόλις 30 ευρώ.
Διμερείς συμφωνίες για φθηνό ρεύμα και στο βάθος «φρένο» στην ακρίβεια
Πέρα όμως από την εφαρμογή της ζώνης χαμηλής χρέωσης το μεσημέρι, λέει ο κ. Χριστοδουλίδης, το Υπουργείο θα ενθαρρύνει και την υιοθέτηση των Διμερών Συμβάσεων Πώλησης Ηλεκτρικής Ενέργειας (ή PowerPurchaseAgreements – PPAs) ανάμεσα στους «πράσινους» παραγωγούς και τους βιομηχανικούς και εμπορικούς καταναλωτές.
Για τους ίδιους τους παραγωγούς ΑΠΕ, το κυριότερο όφελος συνίσταται στο ότι τα λεγόμενα PPAs εξασφαλίζουν τραπεζική χρηματοδότηση για τα έργα τους, καθώς μπορούν εύκολα να προβλεφθούν οι μελλοντικές ταμειακές ροές των έργων, ενώ καθίστανται και βιώσιμοι.
Από την άλλη οι καταναλωτές (βιομηχανία – εμπόριο) μέσω των PPAs φαίνεται πως αντισταθμίζουν τους όποιους κινδύνους από τις αυξομειώσεις των τιμών ενέργειας, καθώς αυτά εγγυώνται μια σταθερή τιμή για όποιο διάστημα συμφωνηθεί (πχ έναν χρόνο) και σε χαμηλά επίπεδα, ειδικά από την στιγμή που όπως προαναφέρθηκε κατά τις μεσημεριανές ώρες υπάρχει υπερπαραγωγή «πράσινης» ενέργειας.
Με όλα αυτά τα δεδομένα, το κόστος λειτουργίας για βιομηχανίες και εμπόριο θα περιοριστεί αισθητά και άρα και τα προϊόντα που καταναλώνονται από τα ράφια των supermarket θα πρέπει να γίνουν πολύ φθηνότερα. Με άλλα λόγια θα πρέπει να μπει ένα οριστικό φρένο στον καλπασμό της ακρίβειας. Ή τουλάχιστον θα σταματήσει η επίκληση -όπως επισημαίνει και ο Ενεργειακός Σύμβουλος Μιχάλης Χριστοδουλίδης- στα υψηλά ενεργειακά κόστη.
Όλα βέβαια σε θεωρητικό επίπεδο και αρκεί να λειτουργήσει στην πράξη το εν λόγω σενάριο, που δεν αφορά όπως αναλύθηκε απλά και μόνον την υιοθέτηση φθηνών χρεώσεων το μεσημέρι αντί για το βράδυ, αλλά θα φέρει «κοσμογονικές» αλλαγές στα κόστη ενέργειας, τις οποίες επιβάλλεται να «καρπωθούν» και τα νοικοκυριά.