Το 92% των επιχειρήσεων αναφέρει πως σκοπεύει να αυξήσει τον επόμενο χρόνο τις επενδύσεις στην υλοποίηση της στρατηγικής τους για το ESG, όπως έδειξαν τα πρόσφατα στοιχεία της έρευνας “EY Long-Term Value and Corporate Governance Survey Ελλάδα 2023″ τα οποία επικαλείται το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η μεγάλη πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων αναγνωρίζει την ανάγκη τέτοιων επενδύσεων και το κάνουν, σύμφωνα με τα στοιχεία. Ίσως, όμως, το πιο σημαντικό εύρημα της έρευνας είναι ότι οι επιχειρήσεις που επενδύουν σε πρωτοβουλίες για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, δε δημιουργούν απλώς περισσότερη αξία για τον πλανήτη και τα ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά δημιουργούν, παράλληλα, και μεγαλύτερη χρηματοοικονομική αξία για τις ίδιες. Χαρακτηριστικά, επτά στους δέκα ερωτηθέντες που συμμετείχαν στην έρευνα (72%), εκτιμούν ότι οι επενδύσεις τους στο ESG, έχουν θετική χρηματοοικονομική επίδραση.
Σε ό,τι αφορά τους στόχους που έχουν τεθεί για το κλίμα, η μεγάλη πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων έχουν συνειδητοποιήσει την ευθύνη που τους αναλογεί για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Αντιλαμβάνονται, επίσης, ότι οι επενδύσεις τους για την υλοποίηση της στρατηγικής ESG έχουν θετικές χρηματοοικονομικές επιδράσεις για τις ίδιες και εμφανίζονται αποφασισμένες να επιταχύνουν τον ρυθμό των επενδύσεων αυτών.
Ωστόσο, τα στελέχη των επιχειρήσεων διαπιστώνουν ότι η εξισορρόπηση των μακροπρόθεσμων επενδύσεων και της βιώσιμης ανάπτυξης με την ανάγκη εξυπηρέτησης των βραχυπρόθεσμων στόχων της επιχείρησης, αποτελεί ένα απαιτητικό εγχείρημα.
Ευκαιρία για τις επιχειρήσεις η πράσινη μετάβαση και όχι απειλή
Σύμφωνα και με άλλη πρόσφατη έρευνα της ΕΥ (Sustainable Value Study Ελλάδα 2023), για το 45% των συμμετεχόντων, η χρηματοοικονομική αξία που οι επιχειρήσεις τους αποκόμισαν από τις πρωτοβουλίες τους για το κλίμα, ήταν υψηλότερη από τις προσδοκίες τους. «Συνεπώς, είναι σημαντικό οι επιχειρήσεις να βλέπουν την πράσινη μετάβαση, ως μία ευκαιρία και όχι ως μία απειλή. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι επενδύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη έχουν έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα και θα πρέπει να εξισορροπηθούν με τους βραχυπρόθεσμους στόχους του οργανισμού. Στο ζήτημα αυτό, είναι λογικό να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών (μετόχων, πελατών, κ.ά.), που πρέπει να συγκεραστούν. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να υπάρχουν αποτελεσματικές δομές εταιρικής διακυβέρνησης», υπογραμμίζουν μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στελέχη της ΕΥ.
Την ίδια ώρα, η σωστή εταιρική διακυβέρνηση είναι αυτή που θα δώσει στην πράσινη μετάβαση την ώθηση που απαιτείται, από την πλευρά των επιχειρήσεων. Όπως επισημαίνουν «παρά τις καλές προθέσεις, οι επιχειρήσεις δεν προχωρούν με τον ρυθμό που απαιτείται για να πετύχουμε τους στόχους για το κλίμα. Μόλις 30% των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα ΕΥ Long-Term Value and Corporate Governance Survey Ελλάδα 2023, δηλώνουν πολύ ικανοποιημένα σε σχέση με το επίπεδο φιλοδοξίας των οργανισμών τους για την κλιματική δράση, ενώ 49% των ερωτηθέντων είναι πολύ ικανοποιημένοι με την πρόοδο που έχουν πετύχει μέχρι σήμερα σε σχέση με τους στόχους τους για το κλίμα».
Μάλιστα, σημειώνουν ότι οι αιτίες αυτής της καθυστέρησης συνδέονται, σε μεγάλο βαθμό, με την έλλειψη ευθυγράμμισης όλων των ενδιαφερόμενων μερών μέσα στον οργανισμό. Ποσοστό 93% των συμμετεχόντων, για παράδειγμα, διαπιστώνουν ότι υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις στις απόψεις εντός της ηγετικής τους ομάδας, ως προς τον τρόπο που θα εξισορροπηθούν οι βραχυπρόθεσμοι στόχοι με τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Συγχρόνως, 85% των συμμετεχόντων αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν πιέσεις για βραχυπρόθεσμα κέρδη από τους επενδυτές. Για την επίλυση αυτών των διαφορών, χρειάζονται αποτελεσματικότερες δομές εταιρικής διακυβέρνησης, που θα μπορέσουν να απορροφήσουν και τις αντίρροπες πιέσεις που ασκούνται σήμερα στις επιχειρήσεις.
Η έρευνα εντοπίζει σαφή περιθώρια βελτίωσης στις δυνατότητες των διοικητικών συμβουλίων να ασκούν εποπτεία και έλεγχο στις πρακτικές ESG, αλλά και την αλληλεπίδραση με τους μετόχους για τα σχέδια και τις δράσεις για το περιβάλλον. Απαιτείται, επίσης, σαφέστερος καθορισμός των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών των μελών του διοικητικού συμβουλίου, σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται σε μία σειρά από επιμέρους προτάσεις και συστάσεις προς τις επιχειρήσεις, που αναλύονται στην έρευνα.
Αρχικά, τα ζητήματα βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει να αποτελούν βασικό μέρος των εργασιών του διοικητικού συμβουλίου και των αρμόδιων επιτροπών, και τα όργανα αυτά πρέπει να πλαισιωθούν από ανθρώπους με ανάλογη εμπειρία και δεξιότητες. Επιπλέον, οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης που θα προσδιοριστούν, θα πρέπει να έχουν πραγματικό «βάρος» και να είναι ρεαλιστικοί, για την επιτυχή υλοποίηση της μακροπρόθεσμης στρατηγικής της επιχείρησης.
Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζονται μηχανισμοί και κανόνες που θα εξασφαλίσουν την ευθυγράμμιση μετόχων, διοικητικών συμβουλίων και διευθυντικών στελεχών, ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους και τους τρόπους που εκείνοι θα επιτευχθούν. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να ασκείται ουσιαστική εποπτεία στις πρακτικές ESG, να εισαχθούν δείκτες απόδοσης, και να γίνει μία σύνδεση της πολιτικής αμοιβών με την πρόοδο του οργανισμού στην επίτευξη των εκάστοτε στόχων.