Τρενάκι του λούνα παρκ θύμισαν οι κινεζικές μετοχές, με το δείκτη MSCI China να καταγράφει άνοδο σχεδόν 30% μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου, προτού “πέσει από το γκρεμό” τον Ιούνιο. Η μεταβλητότητα αυτή κάνει πολλούς επενδυτές των ΗΠΑ να αναρωτιούνται τι επίδραση θα μπορούσαν να έχουν οι άστατες αγορές της Κίνας στις εταιρείες του αμερικανικού δείκτη S&P 500.
Tης Julie Verhage
Αναλυτές της Goldman Sachs με επικεφαλής τον David Kostin επιχειρούν να δώσουν απάντηση.
Στη νέα έρευνα, ο Kostin και οι συνεργάτες του ρίχνουν μια ματιά στην έκθεση των εταιρειών του S&P 500 στην Κίνα. Από τα συνολικά έσοδα, περίπου 168 δισ. δολάρια προέρχονται αποκλειστικά από την Κίνα, σύμφωνα με στοιχεία που υποβάλλουν οι εταιρείες. Αυτό είναι ένα σχετικά χαμηλό ποσό, που αντιστοιχεί σε μόλις 2% των συνολικών πωλήσεων των επιχειρήσεων του δείκτη. Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο πως το μέγεθος των εσόδων κρύβει ορισμένες μεγάλες διακυμάνσεις μεταξύ των διαφόρων τομέων και επιχειρήσεων.
Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει την έκθεση των εσόδων στην Κίνα για κάθε κλάδο του S&P 500. Ο κλάδος IT και ο κλάδος των πρώτων υλών βρίσκονται ψηλά στη λίστα, με έκθεση 10% και 2% αντίστοιχα. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι τηλεπικοινωνίες έχουν τη μικρότερη έκθεση, με 0% έκαστη.
Ο παρακάτω πίνακας καταγράφει τις 20 μετοχές με τη μεγαλύτερη έκθεση πωλήσεων στην Κίνα.
Στη λίστα υπάρχουν μεγάλα ονόματα όπως αυτά των Qualcomm, Intel, YUM! Brands και Wynn Resorts.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αναλυτές έχουν ήδη αρχίσει να υποβαθμίζουν τις εκτιμήσεις τους για τους στόχους κερδοφορίας των επιχειρήσεων που έχουν εστιάσει στην Κίνα. Εταιρείες με υψηλή έκθεση σε πωλήσεις στην Κίνα έχουν δει τις εκτιμήσεις για τα ανά μετοχή κέρδη τους να υποβαθμίζονται κατά 15% από τις αρχές του έτους μέχρι σήμερα, σε σύγκριση με μόλις 8% για τον S&P 500 συνολικά, λέει η Goldman. Οι αναλυτές σημειώνουν επίσης ότι οι εταιρείες στις ΗΠΑ που εστιάζουν στην Κίνα κινήθηκαν μετά την κορύφωση του MSCI στα χνάρια της ευρύτερης αγοράς, καταγράφοντας πτώση 8%, έναντι πτώσης 1% που σημείωσε ο S&P 500 στο σύνολό του.
Πηγή: Capital.gr