Οδυνηρές θα είναι οι επιπτώσεις μιας στάσης πληρωμών των ΗΠΑ, αν Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί δεν συμφωνήσουν στην αύξηση του ορίου δανεισμού.
Αναλυτικά:
Για τους Αμερικανούς πολίτες
«Όλοι οι Αμερικάνοι που λαμβάνουν άμεσα ή έμμεσα χρήματα από το κράτος, δεν θα πληρώνονται », εξηγεί ο επικεφαλής οικονομολόγος του EY Parthenon, Γκρέγκορι Ντάκο.
Αυτό αφορά στους μισθούς και τις συντάξεις των ομοσπονδιακών υπαλλήλων και των στρατιωτικών, όπως και τα επιδόματα τέκνων, τα επιδόματα υγείας, αλλά και αυτά που λαμβάνουν ηλικιωμένοι και πολίτες με χαμηλό εισόδημα.
Το υπουργείο Οικονομικών κινδυνεύει «να μην έχει ρευστότητα για να πληρώσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια», υπογραμμίζει η οικονομολόγος του Oxford Economics, Νάνσι Βάντεν Χούτεν
Και «οι επιχειρήσεις που έχουν υπογράψει συμβόλαια με την κυβέρνηση επίσης δεν θα πληρώνονται », προσθέτει ο Ντάκο.
Εξάλλου «αν πέσουν τα χρηματιστήρια, (…) θα πληγούν οι αποταμιεύσεις των πολιτών αλλά και αυτές που αφορούν τη συνταξιοδότηση», επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος στην τράπεζα Citigroup, Νέιθαν Σιτς.
Για τις παγκόσμιες αγορές
«Από άποψη των χρηματοπιστωτικών αγορών θα υπάρξει τεράστιο στρες», υπογραμμίζει ο Ντάκο και υπενθυμίζει πως το 2011 οι ΗΠΑ γλίτωσαν στο παρά πέντε τη στάση πληρωμών και το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχε καταρρεύσει, με τον δείκτη S&P 500 να σημειώνει πτώση «13 με 14%», υπενθυμίζει.
Αυτό που θα προκαλέσει τη μεγαλύτερη αναστάτωση είναι το το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν θα είναι σε θέση να αποπληρώσουν τους κατόχους κρατικών ομολόγων. «Οι διεθνείς επενδυτές θα αποφασίσουν να υποχωρήσουν και να μην επενδύσουν πλέον;», αναρωτιέται ο Ντάκο.
Ήδη οι επενδυτές είναι πιο επιφυλακτικοί με τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα που ωριμάζουν τον Ιούνιο, όπως είχε προειδοποιήσει πρόσφατα η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν.
Αν οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων καταρρεύσουν, τότε «η κατάσταση θα είναι καταστροφική για όλους τους οργανισμούς που διακρατούν πολλά κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, όπως οι τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, οι ασφαλιστικές εταιρείες», επισημαίνει ο διευθυντής Οικονομικών Ερευνών στο IESEG,Έρικ Ντορ.
Εξάλλου το δολάριο «θα υποτιμηθεί πάρα πολύ», προσθέτει.
Όμως το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα «εξαρτάται από τη σταθερότητα του δολαρίου», υπογράμμισε το Center for American Progress σε πρόσφατη έκθεσή του .
Όπως το 2011, ο χρυσός ήταν μια ασφαλή επένδυση έτσι και τώρα μπορεί να είναι ο μεγάλος κερδισμένος καθώς θα αποτελέσει καταφύγιο σε περίπτωση απειλής στάσης πληρωμών, εκτίμησε ο Τζακ Άμπλιν του Cresset Capital.
Για την αμερικανική οικονομία
«Οι οικονομικές επιπτώσεις οφείλονται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση σταματά να ξοδεύει», υπογραμμίζει ο Ντάκο.
Η κατανάλωση των νοικοκυριών αποτελεί την κινητήριο δύναμη της αμερικανικής οικονομίας. Όμως, όπως σημειώνει ο Ντάκο, αν μειωθούν οι δαπάνες της κυβέρνησης, τότε αυτό σημαίνει ότι «η οικογένεια που δεν θα λάβει την επιταγή με τον μισθό (…) δεν θα μπορεί να καταναλώσει κάνοντας ψώνια. Αυτό (…) θα επηρεάσει το κατάστημα στο οποίο κάνει τα ψώνια της, κάτι που στη συνέχεια θα επηρεάσει την απόφασή του να κάνει προσλήψεις»…
Επίσης, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα μπορεί να πληρώνει τις εταιρείες που της παρέχουν υπηρεσίες, «οι επιχειρήσεις αυτές θα απειληθούν (…) με χρεοκοπία», προσθέτει ο Ντορ.
Οι οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις μπορεί να κοστίσουν στην αμερικανική οικονομία το 5% του ΑΕΠ της, εκτιμά ο Ντάκο, κάνοντας λόγο για «τεράστιο σοκ».
Για την παγκόσμια οικονομία
Οι επιπτώσεις μιας αμερικανικής οικονομικής κρίσης μπορεί να εξαπλωθούν γρήγορα σε παγκόσμια κλίμακα.
Τα επιτόκια των «ομολόγων που εκδίδουν οι ΗΠΑ θα αυξηθούν πάρα πολύ» προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις: «μείωση των επενδύσεων των εταιρειών και των νοικοκυριών, καθώς και της κατανάλωσης και κατά συνέπεια μεγάλη ύφεση στις ΗΠΑ», που μπορεί να εξαπλωθεί «στην Ευρώπη και αλλού», σημειώνει ο Ντορ.
«Δεν πιστεύω ότι η παγκόσμια ανάπτυξη ή η αμερικανική ανάπτυξη θα επηρεαστούν φέτος σημαντικά», εκτιμά από την πλευρά του ο Στις.
Παραδόξως η κατάσταση ενδέχεται να ωφελήσει κάποιες αμερικανικές εξαγωγικές εταιρείες, διότι η υποτίμηση του δολαρίου «θα αυξήσει την ζήτηση για τα προϊόντα τους καθώς θα είναι λιγότερο ακριβά», σύμφωνα με εκτίμηση του Council on Foreign relations της 2ας Μαΐου.