Σημαντική αύξηση της τάξεως του 10,2% σημείωσε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά κατά το τρίτο τρίμηνο του 2022, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ.
Το ποσοστό αυτό σημαίνει ότι το εισόδημα αυτό κατέγραψε αύξηση 3,48 δισεκατομμυρίων ευρώ και πως ανήλθε σε 37,69 δισ. ευρώ το παραπάνω διάστημα, έναντι 34,21 δισ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Επίσης επισημαίνεται πως η τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 12,7% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 32,6 δισ. ευρώ σε 36,7 δισ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό αποταμίευσης, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, ήταν 2,6% το γ’ τρίμηνο του 2022, έναντι 4,8% το γ’ τρίμηνο του 2021.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
Επίσης ίδια έρευνα έδειξε πως:
- Οι ιδιωτικές επενδύσεις (οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών ανήλθαν στο ποσό των 3,8 δισ. ευρώ. Ενώ, το ποσοστό των επενδύσεων του τομέα που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, ήταν 18,1% σε σύγκριση με 17,9% το γ’ τρίμηνο του 2021.
- Καταγράφηκε πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ύψους 1,37 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 1,03 δισ. ευρώ το γ’ τρίμηνο του 2021. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ανήλθαν σε 31,27 δισ. ευρώ (αύξηση 7,84%) και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ανήλθαν σε 32,64 δισ. ευρώ (αύξηση 8,18%).
- Ο τομέας της Γενικής Κυβέρνησης παρουσίασε καθαρή χορήγηση δανείων 0,1 δισ. ευρώ από καθαρή λήψη δανείων 0,4 δισ. ευρώ το γ’ τρίμηνο του 2021. Επιπρόσθετα, καταγράφηκε πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων, τρεχουσών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων ύψους 0,48 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 0,63 δισ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, η συνολική οικονομία παρουσίασε καθαρή χορήγηση δανείων 1,85 δισ. ευρώ, ενώ το γ’ τρίμηνο του 2021 η καθαρή χορήγηση δανείων ανέρχονταν σε 1,66 δισ. ευρώ.
Πώς “διαβάζει” ο Σταϊκούρας τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διαθέσιμο εισόδημα
Τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το διαθέσιμο εισόδημα σχολίασε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Όπως είπε ο υπουργός, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών το γ’ τρίμηνο πέρυσι, που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών που έχει προκαλέσει στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, κυρίως των πιο αδύναμων πολιτών, η σημαντική άνοδος του πληθωρισμού.
Επίσης ο υπουργός τόνισε πως «σε επίπεδο 9μήνου η άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος είναι 10 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019». Συγκεκριμένα, ο υπουργός δήλωσε τα εξής:
«Η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε σήμερα τα προσωρινά στοιχεία για το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Σύμφωνα με αυτά, το εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 10,2% το γ’ τρίμηνο του 2022 σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό τρίμηνο. Αύξηση που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών που έχει προκαλέσει στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς- κυρίως των πιο αδύναμων πολιτών- η σημαντική άνοδος του πληθωρισμού διεθνώς. Πληθωρισμός, που στη χώρα μας έχει ήδη ξεκινήσει να παρουσιάζει αποκλιμάκωση, με την Ελλάδα να καταγράφει τον Δεκέμβριο τον 5ο χαμηλότερο πληθωρισμό στην ευρωζώνη.
Επιπρόσθετα, σε επίπεδο 9μήνου η άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος είναι 10 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, με κύριους άξονες τις μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού, την ενίσχυση της απασχόλησης και την υλοποίηση γενναίων μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Στήριξη, που αποτυπώνεται και στην αύξηση κατά 47 δισ. ευρώ που έχουν παρουσιάσει οι καταθέσεις των πολιτών από το 2019 μέχρι σήμερα.
Προχωρούμε την υλοποίηση του συνεκτικού και δυναμικού σχεδιασμού μας, με στόχο να ξεπεράσουμε τις πρόσκαιρες αναταράξεις και τις πολυεπίπεδες κρίσεις και παράλληλα να συνεχίσουμε σε τροχιά υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης, δημιουργίας πολλών και καλά αμειβόμενων νέων θέσεων εργασίας και περαιτέρω ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής».