Δεν ήταν στόχος κανενός να «σέρνεται από τη μύτη από την Ελλάδα», ωστόσο δηλώνει πολύ σκεπτικός σχετικά με το εάν πραγματικά θα τηρηθούν όλοι οι όροι της συμφωνίας από την Ελλάδα. Ο λόγος για τον Αυστριακό υπουργό Εξωτερικών και Ενσωμάτωσης, Σεμπάστιαν Κουρτς.
Σύμφωνα με όσα υποστήριξε σε συνέντευξή του στο APA, «δεν μπορεί σε μια Ε.Ε. να επιβάλλεται πάντα εκείνος ο οποίος κτυπά με τον πλέον θορυβώδη τρόπο το χέρι στο τραπέζι, που φωνάζει περισσότερο και που όλα τα άλλα τού είναι αδιάφορα».
«Αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει. Είμαστε μια κοινότητα αξιών. Είναι σαφές ότι υπάρχει αλληλεγγύη όταν μια χώρα βρίσκεται σε κατάσταση ανάγκης και απέναντι στην Ελλάδα αυτή η αλληλεγγύη υπήρξε και μάλιστα όχι μόνον μια φορά, ενώ ήταν συχνά πάρα πολύ ακριβή», αναφέρει.
Επισημαίνει στη συνέχεια πως θα πρέπει να είναι σαφές ότι η αλληλεγγύη δεν αποτελεί έναν μονόδρομο, ότι πρέπει να τηρούνται συμφωνίες και ότι δεν είναι καθήκον όλων να υποστηρίζουν τα μη λειτουργούντα συστήματα επί μέρους χωρών.
Ως εκ τούτου χαίρεται «για τους πολλούς όρους που τέθηκαν στους Έλληνες, τους οποίους οι ίδιοι αποδέχθηκαν», είναι όμως ταυτόχρονα «πολύ σκεπτικός» ως προς το εάν πραγματικά θα υπάρξει μια υλοποίηση αυτών των προθέσεων σε όλους τους τομείς, τονίζει στη συνέντευξή του ο Σεμπάστιαν Κουρτς.
Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια δέσμευση στην Ελλάδα και ο ίδιος ελπίζει ότι θα παραμείνει έτσι και θα προωθηθεί η υλοποίηση – οτιδήποτε άλλο θα συνιστούσε μαζική ζημία για τη χώρα και σίγουρα υπάρχει ένα χρονικό σημείο, όπου θα τελείωνε η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, διότι απλά θα ήταν πολύ μεγάλη η έλλειψη κατανόησης, και από την πλευρά του θέλει να ελπίζει ότι η Ελλάδα δεν θα βιώσει αυτή τη χρονική στιγμή.
Στην ερώτηση «για την πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα και που, σύμφωνα με διακεκριμένους οικονομολόγους απέτυχε», ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών παραπέμπει στην Ιρλανδία, η οποία, όπως ισχυρίζεται, βρισκόταν σε μια δραματική κατάσταση όπως η Ελλάδα, ή η Ισπανία και άλλες χώρες που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, κατόρθωσαν με μεταρρυθμίσεις να εξέλθουν από την κρίση και να έχουν αυτή τη στιγμή την υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.