«Η ήσυχη εκστρατεία εν όψει των κοινοβουλευτικών εκλογών της Κυριακής στην Ελλάδα είναι ένα σημάδι ότι το περιβάλλον που διαμορφώθηκε από τους πιστωτές είναι θετικό» αναφέρει η WSJ την Παρασκευή σε δημοσίευμα της, δύο ημέρες πριν τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου.
Το βασικό ερώτημα τώρα είναι αν αυτό θα λειτουργήσει πάρα πολύ καλά, συνεχίζει η Wall Street Journal. Τον Αύγουστο, οι πιστωτές που ενέκριναν το τρίτο πακέτο στήριξης ύψους 86 δισ. ευρώ, δένοντας τις απαιτήσεις τους με μεταρρυθμίσεις, κανένας δεν ανέμενε η Ελλάδα να τις φέρει εις πέρας.
Αυτή η προεκλογική εκστρατεία στην Ελλάδα, λοιπόν, έχει περιστραφεί γύρω από τις υποσχέσεις των μεγάλων κομμάτων «να κρατήσουν την Ελλάδα στο κοινό νόμισμα με την εφαρμογή της συμφωνίας διάσωσης λιγότερο ή περισσότερο στο σύνολό της».
Το τραύμα του τρέχοντος έτους, οι επίπονες διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές που οδήγησαν στην επιβολή ελέγχων κεφαλαίου, ήταν ο κίνδυνος εξόδου από το ευρώ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η εκλογή του οποίου η νίκη τον Ιανουάριο πυροδότησε αυτό το χάος, ανέκρουσε πρύμναν.
Ωστόσο, το κόμμα έχασε το ένα τρίτο των μελών του στο κοινοβούλιο. O ανανεωμένοw ΣΥΡΙΖΑ τώρα προσπαθεί να εδραιωθεί ως ένα πιο αξιοσέβαστο κόμμα της Αριστεράς, που προσπαθεί να συμμορφωθεί με τη συμφωνία.
Μια άλλη εξέλιξη που οι πιστωτές μπορούν να υποδεχτούν θετικά είναι ότι η Ελλάδα έχει και πάλι έναν κεντροδεξιό πόλο. Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται ανέκαμψε στις δημοσκοπήσεις, με τους περισσότερους παρατηρητές να θεωρούν ότι το κόμμα θα χρειαστεί μια μεγαλύτερη ώθηση για να κάνει τη μεγάλη επιστροφή.
Το σκηνικό δείχνει ότι γίνεται πραγματικότητα ένα όνειρο της Μέρκελ: Και τα δύο μεγάλα κόμματα να υπόσχονται την εφαρμογή της συμφωνίας διάσωσης του Αυγούστου. Ωστόσο, η επιτυχία θα μπορούσε να έρθει με υψηλό κόστος.
Σε μεγάλο βαθμό, οι κύριες αδυναμίες της ελληνικής πολιτικής σκηνής μπορεί να είναι το μεγάλο εμπόδιο για να μετατραπεί η Ελλάδα σε μια σύγχρονη ανταγωνιστική οικονομία, αλλά και για το αν θα παραμείνει στο ευρώ.
Επίσης, η συμφωνία διάσωσης είναι βαθιά προβληματική, καθώς στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη λιτότητα, με τις φορολογικές αυξήσεις να σκοτώνουν την ανάπτυξη. Οι μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις είναι επίσης τολμηρές.
Μετά από πέντε χρόνια με αποτυχίες στις μεταρρυθμίσεις, οι πιστωτές είχαν κάθε λόγο να μην εμπιστεύονται την Ελλάδα. Γι’ αυτό οι όροι της συμφωνίας είναι τόσο ανελαστικοί, καταλήγει η ανάλυση.