Η ιταλική εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα αναφέρει σε άρθρο της ότι «Η Ελλάδα σπρώχνει 2000 πρόσφυγες προς την Αλβανία». «Προς το παρόν είναι 162 αλλά τις επόμενες ημέρες μπορεί νααφιχθούν 2.000. Είναι σύροι πρόσφυγες, τους οποίους η ελληνική κυβέρνηση μετέφερε με λεωφορεία στην Κόνιτσα, όλο και πιο κοντά στην Ιταλία», σημειώνει η δημοσιογράφος Κιάρα Σπανιόλο.
Η εφημερίδα προσθέτει σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ότι «το χωριό στο οποίο στήθηκε το κέντρο υποδοχής βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα απόσταση από τα αλβανικά σύνορα, και σε απόσταση εκατό περίπου χιλιομέτρων από την βόρεια ακτή της Ελλάδας, την οποία χωρίζουν λίγα ναυτικά μίλια από την ιταλική περιοχή της Απουλίας, όπου η στιγμή μιας νέας “ώρας Χ” των αποβιβάσεων μοιάζει να πλησιάζει όλο και περισσότερο».
Η Λα Ρεπούμπλικα υπογραμμίζει ότι στο Λέτσε της Κάτω Ιταλίας έχει ετοιμασθεί προληπτικό σχέδιο της πολιτικής προστασίας, ενώ η ακτοφυλακή και η οικονομική αστυνομία ελέγχουν διαρκώς τον θαλάσσιο ορίζοντα. Παράλληλα υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα «ζει στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης, με 14.000 απελπισμένους που συνεχίζουν να συνωστίζονται στην Ειδομένη, χωρίς ελπίδα να εισέλθουν στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και άλλους 4.500 οι οποίοι αναγκάζονται να μείνουν σε κάμπιγκ τρόμου στο λιμάνι του Πειραιά».
Στο άρθρο γίνεται αναφορά, επίσης, στην δήλωση του αναπληρωτή υπουργόυ άμυνας Δημήτρη Βίτσα ότι «στους πρόσφυγες που έμειναν μπλοκαρισμένοι μέσα στην χώρα μετά το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου, η κυβέρνηση της Αθήνας άρχισε να μοιράζει τυπωμένο υλικό στα αραβικά, φαρσί και γλώσσα παστούν, καλώντας τους να μετακινηθούν σε άλλα κέντρα υποδοχής».
Η Ιταλίδα δημοσιογράφος Κιάρα Σπανιόλο, θεωρεί ότι «η προσέγγιση των συνόρων με την Αλβανία μοιάζει με προαναγγελία χρονικού νέων “ταξιδίων της ελπίδας” προς την ιταλική περιοχή της Απουλίας. Και το άρθρο της Λα Ρεπούμπλικα καταλήγει: «ο κίνδυνος, στον οποίο κάνουν αναφορά υπεύθυνοι των αστυνομικών αρχών, είναι, μικρά πλεούμενα να προσφέρουν την δυνατότητα μεταφοράς των προσφύγων από την ελληνική ακτή, από την στιγμή που η θάλασσα απέχει μόνον λίγο λιγότερο από εκατό χιλιόμετρα από την Κόνιτσα και ούτε σαράντα από την Φιλιππιάδα, όπου στήθηκε ένας άλλος καταυλισμός, και οι μετανάστες είναι φιλοξενούμενοι και όχι φυλακισμένοι, ελεύθεροι να απομακρυνθούν και να προσπαθήσουν να διασχίσουν την θάλασσα, ή τα ορεινά σύνορα με την Αλβανία. Σύνορα, τα περάσματα των οποίων ελέγχονται από την αστυνομία (και με την βοήθεια είκοσι αστυνομικών που έφτασαν από την Ιταλία), αλλά η αστυνομία δεν μπορεί, βέβαια, να πραγματοποιεί περιπολίες σε όλη τους την έκταση».