Για τον νέο αναπτυξιακό νόμο και τις προοπτικές που διανοίγονται για τις περιφέρειες της χώρας ενημέρωσε τα μέλη της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Περιφερειών της Βουλής, ο γενικός γραμματέας Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, Θεολόγος Λαμπριανίδης.
«Στα δύο χρόνια λειτουργίας του νέου αναπτυξιακού νόμου έχουμε 1.577 επενδυτικά σχέδια που θα δημιουργήσουν περίπου 12.800 νέες θέσεις εργασίας μέσα από ένα προϋπολογισμό ύψους 4,7 δισ. ευρώ», είπε ο κ Λαμπριανίδης, προσθέτοντας ότι στόχος είναι κυρίως να επιχορηγηθούν οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις με «ζεστό χρήμα».
Ο κ. Λαμπριανίδης, χαρακτήρισε τεράστιο το ζήτημα των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων, ενώ επισήμανε ότι, ως προς τον αριθμό των επενδυτικών σχεδίων, το μεγαλύτερο μερίδιο καταλαμβάνουν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που είναι της τάξεως του 35%, ενώ το 31% αφορούν τον αγροτοδιατροφικό κλάδο.
«Είναι προφανές ότι η Αθήνα είναι ο σημαντικότερος πόλος έλξης και αυτό δημιουργεί προβλήματα. Αν δούμε μόνο το θέμα του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, το 48% παράγεται στην Αθήνα, ενώ ακλουθεί η Κεντρική Μακεδονία με μόλις 13,5%, η Θεσσαλία με 5,1% και μετά το χάος», ανέφερε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε: «Είναι διάτρητο το οικονομικό, παραγωγικό σύστημα των περιφερειών μας. Είναι κάθε άλλο παρά αυτό που ονειρεύεται ένας πολίτης. Δεν είναι ένα ολοκληρωμένο παραγωγικό και αναπτυξιακό σύστημα. Υπάρχει μεγάλη ανισότητα. Η χώρα σε όλες τις περιφέρειες, εκτός της Αθήνας, υποφέρει. Το εξειδικευμένο προσωπικό που είναι μοχλός ανάπτυξης φεύγει προς το εξωτερικό. Αυτό είναι ένα βασικό μειονέκτημα που εμποδίζει την ανάπτυξη των περιφερειών».
Όπως είπε, ο νέος αναπτυξιακός νόμος επέδρασε θετικά για τα μικρά και πολύ μικρά επενδυτικά σχέδια, τα οποία είναι περίπου στο 35% και πρόσθεσε ότι υπάρχει σαφέστατη στροφή μακριά από τον τουρισμό.
Αναγνώρισε, πάντως, ότι «μπορεί να γίνανε πολλές προσπάθειες στο πλαίσιο του αναπτυξιακού νόμου, όπως η ψηφιοποίηση όλων των διαδικασιών», ωστόσο, υπάρχει, όπως είπε, ένα μεγάλο επενδυτικό κενό της τάξεως των 80 δισ. ευρώ, που μπορεί να καλυφθεί από τον ιδιωτικό τομέα.
«Ο αναπτυξιακός νόμος δεν μπορεί από μόνος του να αλλάξει τα δεδομένα της οικονομίας. Ενισχύει ένα κομμάτι της επενδυτικής προσπάθειας της χώρας, ωστόσο, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που το κράτος δείχνει λάθος κατεύθυνση και αυτό το πληρώνει. Άρα, με τα κίνητρα που δίνει μπορεί να δείξει την κατεύθυνση στους επενδυτές προς τα πού πρέπει να πάνε», τόνισε και συμπλήρωσε: «Υπάρχουν περιοχές που έχουν χάσει δραματικά τον πληθυσμό τους. Σε πολλά χωριά είναι μόνο γιαγιάδες και κότες. Δεν έγινε τίποτα για να συγκρατήσουμε τον κόσμο και να παραμείνει εκεί. Πρέπει να το δούμε αυτό. Η έλλειψη του δυναμικού προσωπικού μπορεί να είναι αποτέλεσμα της οικονομικής κατάστασης της περιοχής, αλλά στη συνέχεια γίνεται και αίτιο για την κατάσταση. Πρέπει η Πολιτεία να βρει τρόπο να σπάσει τον φαύλο κύκλο για να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά η χώρα».
Ακόμα, ο κ. Λαμπριανίδης υπογράμμισε ότι «πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη τη φυγή του εξειδικευμένου προσωπικού προς την Αθήνα και να κάνουμε ολοκληρωμένα παραγωγικά συστήματα στις περιφέρειες για να το αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα».
«Πρέπει κάτι να κάνουμε. Να σκεφθούμε πιο σοβαρά το πρόβλημα με το μεταφορικό κόστος στα νησιά και να δούμε πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τις περιοχές που είναι λιγότερο ανεπτυγμένες με άλλους τρόπους. Γιατί μια επιχείρηση σε απομακρυσμένη περιοχή έχει πολύ επιβαρυμένο λειτουργικό κόστος σε σχέση με άλλες περιοχές», είπε.
Ο κ. Λαμπριανίδης έδωσε έμφαση και στο θέμα της ενημέρωσης και πληροφόρησης των νέων επενδυτών, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ο μικρός επιχειρηματίας δεν γνωρίζει τα χρηματοδοτικά εργαλεία που υπάρχουν στη διάθεσή του για αυτό που σκοπεύει να κάνει. Κάναμε ένα κατάλογο με όλα, τις πληροφορίες και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, ωστόσο, δεν είμαστε ικανοποιημένοι γι’ αυτό και εντείνουμε την προσπάθεια μας ώστε, ανάλογα με το προφίλ του, να έχει όλες τις πληροφορίες που τον ενδιαφέρουν. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και δεν το έχουμε ακόμα σε ικανοποιητικό βαθμό».