Την «ιστορική» απόφαση να πάψει να χρηματοδοτεί από το 2022 τα ορυκτά καύσιμα, έλαβε η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ).
Όπως αναφέρει η ΕΤΕπ θα πάψει να
χρηματοδοτεί νέα έργα που αφορούν τα ορυκτά καύσιμα — μη εξαιρουμένου του
φυσικού αερίου — από το 2022, απόφαση που επαινείται για τη συμβολή της στις
προσπάθειες αποτροπής της κλιματικής αλλαγής.
Για «ιστορική» απόφαση έκανε λόγο ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Γαλλίας, ο Μπρουνό Λεμέρ σύμφωνα με το ΑΠΕ- ΜΠΕ. Για «γιγαντιαίο άλμα» μίλησε ο πρόεδρος της ΕΤΕπ, ο Βέρνερ Χόγερ.
«Θα σταματήσουμε να χρηματοδοτούμε τα ορυκτά καύσιμα και θα θέσουμε σε εφαρμογή την πιο φιλόδοξη στρατηγική φιλικών προς το περιβάλλον επενδύσεων μεταξύ όλων των δημόσιων χρηματοπιστωτικών οργανισμών στον κόσμο», δεσμεύθηκε ο Χόγερ, σημειώνεται σε ανακοίνωση του θεσμού.
Η ΕΤΕπ, με έδρα το Λουξεμβούργο, είναι η επενδυτική τράπεζα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το διοικητικό συμβούλιό της, που αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενέκρινε σε ψηφοφορία του χθες Πέμπτη τη νέα πολιτική της για τις επενδύσεις.
Οι διαβουλεύσεις για την αναστολή των επενδύσεων σε έργα που αφορούν τα ορυκτά καύσιμα ήταν «μακρές», αναγνώρισε ο αντιπρόεδρος του θεσμού, ο Άντριου ΜακΝτάουελ, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής διάσκεψης με δημοσιογράφους. Πολλές ΜΚΟ από την πλευρά τους στηλίτευσαν τους δισταγμούς κρατών μελών ως προς το εάν θα συμπεριλαμβανόταν στην αναστολή των επενδύσεων το φυσικό αέριο, που εγγυάται τις χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ των ορυκτών καυσίμων.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστήριξε χθες τη νέα πολιτική της ΕΤΕπ, εκφράζοντας την ικανοποίησή της για την «μεταβατική ρύθμιση» που προβλέπει «προοδευτική εγκατάλειψη των έργων που συνδέονται με το φυσικό αέριο, συμπεριλαμβανομένων κρίσιμων έργων διασύνδεσης [σ.σ. δικτύων αγωγών] και αποθήκευσης αερίου, των λεγόμενων έργων κοινού ενδιαφέροντος».
Πέραν της ανακοίνωσης για τα ορυκτά καύσιμα, η ΕΤΕπ τόνισε πως ευελπιστεί να «αποδεσμεύσει» έως και 1 τρισεκατομμύριο ευρώ που θα κατευθυνθεί σε επενδύσεις φιλικές προς το κλίμα και για τη βιώσιμη ανάπτυξη την προσεχή δεκαετία. Σύμφωνα με τον ΜακΝτάουελ, το ένα στα δύο ευρώ που θα επενδύει η ΕΤΕπ από το 2025 και μετά θα πηγαίνει σε έργα φιλικά προς το περιβάλλον.
«Κλιματική τράπεζα»
Η επόμενη πρόεδρος της Κομισιόν, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τάσσεται υπέρ της μεταμόρφωσης της ΕΤΕπ σε «κλιματική τράπεζα».
«Η απόφαση αυτή επιβεβαιώνει ότι η ΕΕ θα έχει επαρκή οικονομικά μέσα για να κάνει πραγματικότητα τις φιλοδοξίες της ως προς το κλίμα και αναμένεται να δημιουργήσει νέα δυναμική σε παγκόσμιο επίπεδο», σημείωσε με ικανοποίηση ο Μπρουνό Λεμέρ, υπενθυμίζοντας τη διακηρυγμένη πρόθεση του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν να γίνουν μεταρρυθμίσεις στην ΕΤΕπ.
Η Γαλλία είναι «διατεθειμένη να αυξήσει την κεφαλαιουχική συμμετοχή της για να υπηρετήσει αυτή τη φιλοδοξία», υπερθεμάτισε ο Λεμέρ σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Les Echos.
Η ΕΤΕπ θέλει να ευθυγραμμίσει την επενδυτική της πολιτική με τις δεσμεύσεις που έγιναν όταν υπεγράφη η συμφωνία του Παρισιού για τη μείωση των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Την απόφαση εξήραν ΜΚΟ
«Επιτέλους, η μεγαλύτερη δημόσια τράπεζα του κόσμου κάμπτεται μπροστά στην πίεση των πολιτών και αναγνωρίζει ότι η χρηματοδότηση όλων των ορυκτών καυσίμων πρέπει να τερματιστεί», σχολίασε μέσω Twitter ο Κολάν Ρος, στέλεχος της οργάνωσης Φίλοι της Γης, προτρέποντας όλες τις άλλες τράπεζες, δημόσιες και ιδιωτικές, να τη μιμηθούν.
Η απόφαση αυτή «είναι επίσης μια σαφής έκκληση προς όλα τα ταμεία της ΕΕ να συντονίσουν το βήμα τους και να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα χρηματοδότησης δραστηριοτήτων οι οποίες επιδεινώνουν την κλιματική αλλαγή», συμπλήρωσε ο Μάρκους Τρίλινγκ του Δικτύου Δράσης για το Κλίμα.
Ωστόσο, οι οικολογικές οργανώσεις επικρίνουν το γεγονός ότι η εφαρμογή της απόφασης αυτής θα γίνει με αργό ρυθμό. «Μολονότι η νέα πολιτική σημαίνει ότι η ΕΕ ουσιαστικά θα τερματίσει την στήριξή της [σε έργα που αφορούν] στον άνθρακα και το πετρέλαιο, η χρηματοδότηση έργων όπως οι αγωγοί μεταφοράς αερίου ως το 2021 και ο εκσυγχρονισμός των υπαρχουσών υποδομών ορυκτών καυσίμων πέραν του 2021 απειλούν τις δεσμεύσεις της ΕΕ ως προς το κλίμα», σημείωσε η Greenpeace σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.
Η ΕΤΕπ θα θέσει σε εφαρμογή στα τέλη του 2021 έναν κανόνα «αποδοτικότητας», δηλαδή ένα όριο εκπομπών 250 γραμμαρίων CO2 ανά κιλοβατώρα, προς τον οποίο θα πρέπει να συμμορφώνονται όλα τα μελλοντικά έργα ώστε να εγκρίνεται η χρηματοδότησή τους. Στο όριο αυτό δεν μπορούν να συμμορφωθούν οι συμβατικές υποδομές αερίου, εξηγεί ο θεσμός. Μόνο η καταφυγή σε «πράσινο» αέριο, ή πιο προχωρημένες τεχνολογίες, όπως η «δέσμευση και αποθήκευση» διοξειδίου του άνθρακα, μπορούν να ανταποκριθούν στον κανόνα.
Το όριο μολαταύτα είναι «πολύ υψηλό» για το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF), που προεξοφλεί ότι έτσι θα μπορούν οι μεγαλύτεροι, άρα αποδοτικότεροι, σταθμοί παραγωγής ηλεκτρισμού που καίνε φυσικό αέριο να εξασφαλίζουν χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με τις Greenpeace και WWF, 19 κράτη μέλη τάχθηκαν υπέρ της νέας πολιτικής επενδύσεων, ανάμεσά τους η Γαλλία και η Γερμανία. Η αδιαλλαξία ως προς το φυσικό αέριο όμως πάγωσε κάποια κράτη, που ψήφισαν εναντίον, ή απείχαν. Ενώ η Αυστρία και το Λουξεμβούργο απείχαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας για ότι συμπεριλήφθηκαν οι πυρηνικοί ηλεκτροπαραγωγικοί σταθμοί στη νέα πολιτική, κατά τις ίδιες ΜΚΟ.