Tην υπογραφή της συμφωνίας Eλλάδας-Κύπρου-Ισραήλ για τον αγωγό φυσικού αερίου EastMed αλλά και την ευρύτερη διαμάχη για το φυσικό αέριο στην ανατολική Μεσόγειο σχολιάζει η Die Tageszeitung (TAZ).
Όπως αναφέρει η TAZ: «Όταν δύο εμπορικά τρένα ταξιδεύουν το ένα πάνω στο άλλο σε μια σιδηροδρομική γραμμή, ένας υπεύθυνος του σιδηροδρόμου φροντίζει ένα εκ των δύο να μεταφερθεί σε άλλες ράγες. Στη Μέση Ανατολή δεν πρόκειται βέβαια για σιδηροδρομικές διαφορές αλλά για κάτι πολύ πιο πολύτιμο: για το φυσικό αέριο που βρίσκεται στον βυθό της θάλασσας. Πολλά έθνη συναγωνίζονται για το δικαίωμα εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου. Το τρένο από την Κύπρο, το Ισραήλ και την Ελλάδα έχει πάρει το δρόμο του εδώ και καιρό. Αυτές οι χώρες αποφάσισαν τώρα, το πολύτιμο φορτίο που βρίσκεται μπροστά τους να το μεταφέρουν με έναν κοινό αγωγό στην Ευρώπη. Αυτό είναι φιλόδοξο και ακριβό. Οι χώρες αυτές είναι βέβαιες ότι είναι οι νόμιμοι κύριοι του φυσικού αερίου. Αλλά από την άλλη πλευρά και η Τουρκία έχει στείλει το δικό της τρένο».
Το σχόλιο παρομοιάζει με «τρένα» τις ερευνητικές αποστολές για φυσικό αέριο στην ανατολική Μεσόγειο και χρησιμοποιώντας αυτή την παρομοίωση διερωτάται στη συνέχεια ποιος θα είναι στην περίπτωση αυτή εκείνος που θα μπορούσε να θέσει υπό έλεγχο την κίνηση γύρω από τα αέριο. Αυτός ο ρυθμιστής όμως «δεν φαίνεται να υπάρχει πουθενά. Οι ΗΠΑ εδώ και καιρό δεν είναι σε θέση να παρέμβουν διαμεσολαβητικά. H Τουρκία απορρίπτει όλες τις προσπάθειες της ΕΕ. Η Κύπρος απορρίπτει το ενδεχόμενο οι Τούρκοι του νησιού, που αποτελούν μειοψηφία, να συμμετάσχουν στα κέρδη που ελπίζει ότι υπάρχουν. Και η Άγκυρα, με τη συμφωνία που υπέγραψε με τη Λιβύη, φρόντισε μόνο να κλιμακωθεί ενδεχομένως στρατιωτικά η διαμάχη στη βορειοαφρικανική χώρα. Σε έναν κόσμο όπου ισχύει η πολυμέρεια, (σσ.: δηλαδή η συμμαχία περισσότερων μερών που επιδιώκουν κοινό στόχο στη βάση του διεθνούς δικαίου) θα υπήρχαν μέσα για ειρηνική διευθέτηση της διαμάχης για το φυσικό αέριο. Ωστόσο, αυτή η τάξη πραγμάτων έχει βγει εκτός μόδας. Και αυτό είναι κάτι για το οποίο θα θρηνούμε».
Πηγή Πληροφοριών: Deutsche Welle