Το κείμενο απολογισμού για τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015- 2019 αποτελεί τη βάση συζήτησης ενόψει της Κεντρικής Επιτροπής του ερχόμενου Σαββατοκύριακου.
Ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Αριστείδης Μπαλτάς και ο Θοδωρής Δρίτσας συνέταξαν ένα απολογιστικό κείμενο 84 σελίδων, στο οποίο αναφέρονται τα λάθη που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, οι λόγοι που έχασε στις εκλογές, αλλά και το τι ακριβώς έγινε το πρώτο εξάμηνο του 2015 με ιδιαίτερη αναφορά στην περίοδο Βαρουφάκη.
Οι λόγοι της ήττας στις εκλογές
Μεταξύ άλλων στο κείμενο αναφέρεται ότι ένας από τους λόγους ήταν το τρίτο μνημόνιο. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά “το πλαίσιο όπου μπορούσε να ξεδιπλωθεί η κυβερνητική στρατηγική προσδιορίστηκε κατά βάσιν από το ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε υπογράψει μνημόνιο. Μπορεί να ήταν εμφανές σε όλους ότι αυτή είχε εξαναγκαστεί να το υπογράψει, χωρίς να συμφωνεί και χωρίς να το «υιοθετεί», μπορεί αυτό να είχε όντως ηπιότερες κοινωνικές επιπτώσεις από τα προηγούμενα, μπορεί η νέα κυβέρνηση όντως να προσπάθησε με νύχια και με δόντια να απαλύνει παλιά και νέα βάρη, μπορεί να σεβάστηκε απόλυτα τους δημοκρατικούς κανόνες και να προστάτευσε τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, μπορεί να καλλιέργησε άλλες συμπεριφορές και άλλο δημόσιο ήθος ή να προσέδωσε άλλο ύφος στους τρόπους διακυβέρνησης, αλλά μολαταύτα υπέγραψε μνημόνιο. Ακυρώνοντας έτσι εν τοις πράγμασι την κύρια διάσταση της μέχρι τότε πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, ακριβώς, είχε αναδείξει ως κύριο αιτούμενο το να απαλλαγεί η χώρα από μνημόνια. Παραμένοντας βέβαια στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη.»
Στο κείμενο αναφέρεται πως «υποτιμήσαμε την απήχηση που μπορούσε να αποκτήσει ο λόγος της ΝΔ περί “τάξης και ασφάλειας”, όπως και τα επικοινωνιακά μπαράζ που εξαπολύθηκαν με αφορμή την τραγωδία στο Μάτι και τη Μάνδρα ή ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών. Γενικότερα ως προς τα τελευταία, η επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής του δεν στάθηκε άξια των περιστάσεων».
Οι ευθύνες Βαρουφάκη
Στο κείμενο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά και στον πρώην υπουργό Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη. Ειδικότερα αναφέρεται το εξής:
“… Από την άλλη πλευρά, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας. Λάθη βεβαίως συλλογικά, αλλά ως προς τα οποία, και σε ό,τι αφορά την πρώτη περίοδο της αρχικής διαπραγμάτευσης, δεν δικαιούμαστε να μην αποδώσουμε ιδιάζουσα ευθύνη στον τότε Υπουργό Οικονομικών.
Υπό το φως μιας ειδικού τύπου δικής του υπερεπένδυσης στην επικοινωνία έναντι μιας σχολαστικά επεξεργασμένης διαπραγματευτικής τακτικής, φάνηκε τότε σαν να υποτιμούσαμε όλοι μαζί την ανάγκη να οικοδομήσουμε συμμαχίες ή γέφυρες με χώρες που ενδεχομένως θα μπορούσαν, λόγω δικών τους προβλημάτων, να συγκλίνουν με δικά μας αιτούμενα, να ανοίγαμε μέτωπα εκεί που δεν χρειάζονταν, να υπερτιμούσαμε την ισχύ σχετικά αφηρημένων ιδεών ή γενικών θεωρητικών σχημάτων έναντι επεξεργασμένων επιχειρημάτων επί πολύ συγκεκριμένων θεμάτων, υποτιμώντας έτσι την ανάγκη για λεπτομερή τεχνική δουλειά, να μη συνδέουμε απτά τη στρατηγική μας για έναν αμοιβαίως γόνιμο συμβιβασμό με τα τακτικά βήματα της διαπραγμάτευσης και, τελικά, να υποβαθμίζουμε το καθαυτό πολιτικό έργο σε διαπάλη – και κάποτε καβγά – μεταξύ αφηρημένων ιδεών» και προσθέτει:
«Η διαπραγματευτική μας δύναμη ήταν εξαρχής αποδυναμωμένη, αφού για τον εξαιρετικά ισχυρό Υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ συνιστούσε πρώτη επιλογή και όχι απλώς απόρροια μιας ενδεχόμενης αποτυχίας της διαπραγμάτευσης μετά από έντιμες προσπάθειες συμβιβασμού. Αυτό η δική πλευρά άργησε να το καταλάβει» αναφέρουν οι συντάκτες.
Για τη μεσαία τάξη και τις παροχές
Για τις παροχές στο κείμενο αναφέρεται ότι «Οι προεκλογικές παροχές, όσο δίκαιες, μετρημένες και δικαιολογημένες κι αν ήταν, δεν προφυλάχθηκαν από το να εκληφθούν από αρκετούς ως οιονεί εξαγορά ψήφων. Θεσμική, βέβαια, και κοινωνικά επιβεβλημένη, αλλά εξαγορά μολαταύτα. Δηλαδή κάτι σαν προσβολή της αξιοπρέπειας ακόμη και πολλών από εκείνους που θα ωφελούνταν. Και όπως έχουμε μάθει από πολύ παλιά, αλλά και όπως διαπιστώσαμε από τις εμπειρίες της διακυβέρνησης, τούτη είναι προσβολή που ο ελληνικός λαός τιμωρεί».
Κακή επιλογή η ημερομηνία των εθνικών εκλογών
Ένα σημείο που έχουν επισημάνει αρκετές φορές τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, έστω και κατόπιν εορτής, είναι πως δεν θα έπρεπε να προκηρυχθούν οι εκλογές στις αρχές Ιουλίου του 2019, αλλά καλό θα ήταν να εξαντλούνταν πρώτα η τετραετία, όπερ σημαίνει ότι θα έπρεπε να στηθούν οι κάλπες τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου του περασμένου έτους.