«Η Ελλάδα επενδύει επιτέλους στο μέλλον της» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος της διαδικτυακής εφημερίδας Die Welt ( welt.de). Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η ύφεση στην ελληνική οικονομία είναι τεράστια λόγω της κρίσης του κορονοϊού. Ωστόσο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μοιράζει τα κονδύλια βοήθειας της ΕΕ με τη ‘σέσουλα’, αλλά προωθεί συγκεκριμένα έργα για το μέλλον: προστασία του κλίματος, εκπαίδευση, ψηφιοποίηση.
Ο συντάκτης του άρθρου αναφέρεται στην πορεία του ΑΕΠ της χώρας αλλά και στο χρέος. O κ. Μητσοτάκης είναι τυχερός διότι στο τέλος της προγραμματισμένης θητείας του, το καλοκαίρι του 2023 το ΑΕΠ της Ελλάδας θα φτάσει στο επίπεδο που ήταν όταν ήρθε στην εξουσία. Ωστόσο θα υπάρχουν ταυτόχρονα και προβλήματα όπως: το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί και πάλι επειδή τα έσοδα του κράτους θα μειωθούν αισθητά και ταυτόχρονα οι κρατικές δαπάνες θα αυξηθούν σημαντικά λόγω της στήριξης των κλάδων που πλήττονται από την πανδημία, αλλά και την απειλή αύξησης των «κόκκινων δανείων» στις ελληνικές τράπεζες.
« Παρόλα αυτά οι προοπτικές δεν είναι τόσο άσχημες όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν παρεξέκλινε του σημαντικότερου στόχου που έχει θέσει – για περισσότερες επενδύσεις», επισημαίνεται στο δημοσίευμα και προστίθεται ότι η ελληνική κυβέρνηση θέλει να σημάνει την – από καιρό – αναγκαία δομική αλλαγή, προκειμένου να καταστεί περισσότερο ανταγωνιστική. Περιγράφει μάλιστα τα κονδύλια της ΕΕ ύψους 32 δισεκατομμυρίων ευρώ ως βοήθεια «σαν να ήταν παραγγελία».
«Ενώ κάποιες άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης τσακώνονται ακόμη για το πώς θα καταναλωθούν τα χρήματα, η ελληνική κυβέρνηση αυτή τη φορά αποφάσισε να ακολουθήσει μια συνεπή στρατηγική καινοτομίας», σημειώνει το δημοσίευμα και αναφέρει ότι με τα κονδύλια θα προωθηθούν έργα και επενδύσεις στους τρεις κεντρικούς τομείς πολιτικής, οι οποίοι βρίσκονται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής για το μέλλον: προστασία του κλίματος, ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εκπαίδευση και μετεκπαίδευση, μετάβαση της οικονομίας και της Δημόσιας Διοίκησης στην ψηφιακή εποχή.
«Από αυτές τις επενδύσεις θα μπορέσει να προκύψει μια επενδυτική ώθηση στη χώρα, η οποία θα προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις», συνεχίζει ο συντάκτης του άρθρου και αναφέρει ενδεικτικά ως έργα-φάρους το εγχείρημα της Volkswagen στην Αστυπάλαια, την συνεργασία με την γερμανική εταιρία ηλεκτρικών αυτοκινήτων Next.e.Go Mobile και την επένδυση της Microsoft για δημιουργία τριών κέντρων Cloud-Computing.
«Επιτέλους, το ευχάριστο κλίμα και η υψηλή ποιότητα ζωής στην Ελλάδα θα χρησιμοποιηθούν για να προσελκύσουν όχι μόνο τουρίστες, αλλά και επαγγελματίες υψηλών προσόντων», επισημαίνει ο συντάκτης του άρθρου και αναφέρεται μεταξύ άλλων στην μειωμένη φορολόγηση για όσους ειδικούς μεταφέρουν π.χ. τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα.
Επίσης ο συντάκτης του άρθρου σημειώνει ότι θα ήταν σημαντική η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης και της γραφειοκρατίας, η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος και η μείωση του έμμεσου μισθολογικού κόστους. «Μένει η ελπίδα να εφαρμόσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη την εξαγγελία της και να συνεχίσει με συνέπεια αυτό το πιθανώς δυσκολότερο κομμάτι της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας», τονίζει, για να καταλήξει: «Στο τέλος της θητείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη ίσως το ΑΕΠ της Ελλάδας να βρίσκεται μόνο στο ίδιο επίπεδο με αυτό της αρχής της θητείας του. Αλλά η δομή της ελληνικής οικονομίας πιθανότατα τότε θα είναι διαφορετική, ανταγωνιστικότερη, ελπίζεται, στην οποία οι Έλληνες επιχειρηματίες, από τους οποίους υπάρχουν ουκ ολίγοι, θα καταλάβουν νέες θέσεις στην αγορά. Η Ελλάδα θα μπορούσε να βγει από την πανδημία ως μία χώρα με νέα οικονομική δομή, η οποία θα αποτελέσει τη βάση μιας σταθερής οικονομικής ανάπτυξης.
Με πληροφορίες από DIE WELT και ΑΠΕ