Το πλέγμα των δράσεων του υπουργείου Εξωτερικών στο πλαίσιο της οικονομικής διπλωματίας, τη σημασία της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας από τους θεσμούς, καθώς και της επίσκεψης του Ρώσου Προέδρου στην Ελλάδα, σκιαγράφησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Τσίπρας, γενικός γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών.
Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε την ανάγκη ανασυγκρότησης της οικονομικής διπλωματίας, αναφέροντας πως οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις έχουν να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδύσεων, την προώθηση εξαγωγών και την ανάπτυξη των τουριστικών ροών προς τη χώρα μας, καθώς και στην προβολή των ελληνικών επιχειρήσεων προς άλλες αγορές. Η Ελλάδα, όπως διευκρίνισε ο κ. Τσίπρας, πέρα από τις παραδοσιακές αγορές, και κυρίως την ΕΕ, στοχεύει και στην Ανατολή, και πιο συγκεκριμένα στην Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν, τις αραβικές χώρες και την Ινδία.
Μιλώντας ειδικότερα για την προοπτική των εξωστρεφών ελληνικών επιχειρήσεων, επισήμανε πως «αν οργανωθούμε περισσότερο ως Δημόσιο, και σε συνέργεια του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, έχουμε μεγάλες δυνατότητες να αυξήσουμε τις εξαγωγές σαν ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά και να αναπροσανατολίσουμε όλη την παραγωγή στο πλαίσιο μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης προς την εξωστρέφεια».
Τόνισε, επίσης, πως με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης ανοίγει ένας νέος κύκλος για την ελληνική οικονομία, εκφράζοντας την πεποίθηση πως θα σηματοδοτήσει μια επιστροφή στην ανάπτυξη, η οποία θα φανεί εντός της τρέχουσας χρονιάς. Στο ίδιο μήκος κύματος, επισήμανε πως οι λόγοι που υπήρχαν στο παρελθόν και απέτρεπαν ξένες επενδύσεις, θα εκλείψουν.
Στο πλαίσιο αυτό και με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου στη χώρα μας, την οποία χαρακτήρισε σημαντική, ανέφερε «πως θέλουμε τους Ρώσους να είναι ένας βασικός παράγοντας στον νέο αυτό κύκλο». «Έρχεται η επίσκεψη αυτή περίπου 1-1,5 χρόνο μετά τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, που ένας από τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής ήταν να προσεγγίσουμε περισσότερο με τη Μόσχα, και σε πολιτικό και σε οικονομικό επίπεδο», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Εστιάζοντας στις συναντήσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τον Ρώσο Πρόεδρο και τις συμφωνίες που υπογράφηκαν, ανέφερε πως πήγαν πολύ καλά. «Οι συμφωνίες είχαν ένα γενικό χαρακτήρα, όπως γενικό χαρακτήρα έχουν όλα τα μνημόνια κατανόησης. Το από εδώ και μπρος είναι αυτό που θα κρίνει το τι θα προχωρήσει στην πράξη, αλλά είμαστε περισσότερο από κάθε άλλη φορά κοντά στο να ξεκινήσουν να γίνονται ορισμένα πράγματα και σε ό,τι αφορά ρωσικές επενδύσεις, επενδύσεις ρωσικών εταιρειών, δηλαδή, στη χώρα μας, είτε στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων και παραχωρήσεων που πρόκειται να γίνουν είτε άλλου είδους επενδύσεις από ρωσικές προς ελληνικές εταιρείες, όπως και για το ζήτημα των ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία και στο θέμα, τέλος, του τουρισμού», σημείωσε.
Ακολουθεί αναλυτικά το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του γενικού γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
– Λίγες ημέρες μετά την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου στη χώρα μας, μπορείτε να κάνατε μια πρώτη αποτίμηση των επαφών του Βλαντιμίρ Πούτιν, ποια ήταν τα αποτελέσματα;
– Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα που επισκέφτηκε ο Ρώσος Πρόεδρος για το 2016, σε ένα περιβάλλον που δεν είναι το καλύτερο από πλευράς των σχέσεων ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία. Έρχεται η επίσκεψη αυτή περίπου 1-1,5 χρόνο μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τον Ιανουάριο του 2015, που ένας από τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής ήταν να προσεγγίσουμε περισσότερο με τη Μόσχα, και σε πολιτικό και σε οικονομικό επίπεδο.
Πιστεύω ότι αυτή η συνάντηση πήγε πολύ καλά, δεδομένου ότι υπάρχουν αρκετά ζητήματα που μας συνδέουν στην ευρύτερη περιοχή. Θα έλεγα τέσσερα πράγματα. Πρώτον, υπάρχει ένα όχι ένα πολύ καλό κλίμα στις σχέσεις Ρωσίας και Δύσης τα τελευταία ένα-δύο χρόνια. Και πιστεύω ότι το τελευταίο πράγμα που έχει ανάγκη η Ευρώπη σήμερα είναι ένας νέος ψυχρός πόλεμος με τη Ρωσία.
Δεύτερον, έχουμε πολλές εστίες αποσταθεροποίησης στην περιοχή, από βόρεια, από την Ουκρανία μέχρι στο νότο μας, Λιβύη ή Συρία. Η Ρωσία είναι ένας σημαντικός παράγοντας για να υπάρξει μια επίλυση τέτοιων εστιών αποσταθεροποίησης και μια ορισμένη ρύθμιση.
Το τρίτο πράγμα είναι ότι μετά τη συμφωνία με το ΔΝΤ και την ΕΕ θα ανοίξει αντικειμενικά ένας νέος κύκλος, και θέλουμε τους Ρώσους να είναι ένας βασικός παράγοντας στο νέο αυτό κύκλο.
Και το τελευταίο, αλλά όχι ασήμαντο, είναι ότι οι ενεργειακές εξελίξεις είναι πολύ σημαντικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας, και η Ρωσία είναι μάλλον ο πιο σημαντικός παίκτης στα ενεργειακά.
Αυτοί οι τέσσερις λόγοι καθιστούν ακόμη πιο σημαντική την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου, πέρα από το γεγονός ότι πρόκειται για μια μεγάλη χώρα, και πιστεύω ότι πήγε πολύ καλά η συνάντηση. Αυτό δεν απεικονίζεται μονάχα στις συμφωνίες και τα μνημόνια κατανόησης που υπογράφτηκαν, είναι και οι ίδιες οι συζητήσεις που ήταν ιδιαίτερα ζεστές.
– Ποια είναι η σημασία των συμφωνιών που υπεγράφησαν μεταξύ Ελλάδας-Ρωσίας;
– Οι συμφωνίες είχαν ένα γενικό χαρακτήρα, όπως γενικό χαρακτήρα έχουν όλα τα μνημόνια κατανόησης. Το από εδώ και μπρος είναι αυτό που θα κρίνει το τι θα προχωρήσει στην πράξη, αλλά είμαστε περισσότερο από κάθε άλλη φορά κοντά στο να ξεκινήσουν να γίνονται ορισμένα πράγματα και σε ό,τι αφορά ρωσικές επενδύσεις, επενδύσεις ρωσικών εταιρειών, δηλαδή, στη χώρα μας, είτε στο πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων και παραχωρήσεων που πρόκειται να γίνουν είτε άλλου είδους επενδύσεις από ρωσικές προς ελληνικές εταιρείες, όπως και για το ζήτημα των ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία και στο θέμα, τέλος, του τουρισμού. Υπήρχε ιδιαίτερη επισήμανση από τον Ρώσο Πρόεδρο για το θέμα του τουρισμού, ότι στο βαθμό που εμείς επιλύσουμε τα προβλήματα που προστέθηκαν από το νέο σύστημα θεωρήσεων στα προξενεία μας, υπάρχει πολύ μεγαλύτερος αριθμός τουριστών, τριπλάσιος ανέφερε ο Πρόεδρος Πούτιν, για να κατέβει προς την Ελλάδα.
– Μπορείτε να μας δώσετε μια εικόνα για τις δράσεις του υπουργείου Εξωτερικών στο πλαίσιο της οικονομικής διπλωματίας;
– Υπάρχει ένα γενικό ζήτημα με την οικονομική διπλωματία της χώρας, που δεν είναι υπερβολικό να πει κανείς ότι είναι σχετικά καθυστερημένη. Δηλ. Δεν είναι ένα πεδίο στο οποίο είχε υπάρξει ανάπτυξη σημαντική τα προηγούμενα χρόνια, και μάλλον έχουμε μείνει πίσω σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δεν αναφέρομαι μόνο στις μεγάλες, Γερμανία, Γαλλία, αλλά και σε μικρότερες χώρες, περίπου αντίστοιχου πληθυσμού με τον δικό μας. Αυτό οφείλεται σε μια σειρά από παράγοντες, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να κάνουμε πολύ γρήγορα βήματα στην ανασυγκρότηση όλης της οικονομικής μας διπλωματίας. Πολύ περισσότερο αν θεωρούμε ότι ανοίγει σήμερα ένας νέος κύκλος για την ελληνική οικονομία. Οι διεθνείς οικονομικές σχέσεις έχουν να παίξουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο, και σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδύσεων και σε ό,τι αφορά την προώθηση εξαγωγών και σε ό,τι αφορά τη συμβολή στην ανάπτυξη τουριστικών ροών προς τη χώρα μας, καθώς και στην προβολή των ελληνικών επιχειρήσεων προς άλλες αγορές.
– Σε ποιες αγορές στοχεύει η Ελλάδα;
– Πέρα από τις παραδοσιακές αγορές, και κυρίως την ΕΕ που καταναλώνει και το μεγαλύτερο μέρος και του διμερούς εμπορίου και των ξένων επενδύσεων προς τη χώρα μας, καθώς και του τουρισμού, είναι γνωστό ότι υπάρχει μετατόπιση του κέντρου βάρους, και των οικονομικών και των γεωπολιτικών, προς την Ανατολή… Κίνα, Ρωσία, Ιράν, αραβικές χώρες, Ινδία. Προς τα εκεί που μέχρι σήμερα είχαμε μάλλον μικρές, περιορισμένες οικονομικές σχέσεις πρέπει να στραφούμε λίγο περισσότερο από το παρελθόν. Αυτό χωρίς να παρατάμε τις παραδοσιακές αγορές με τις οποίες είχε σχέση η χώρα μας, όπου και εκεί υπάρχουν περαιτέρω πεδία βελτίωσης.
– Με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θέλετε να στείλετε ένα μήνυμα στους ξένους επενδυτές;
– Θα σηματοδοτήσει μια επιστροφή στην ανάπτυξη, η οποία θα φανεί και μέσα στον φετινό χρόνο, το 2016, και δεύτερον μιλάμε για ένα πιο ασφαλές περιβάλλον. Ο κίνδυνος του grexit είναι πια πολύ κοντά στο μηδέν, ειδικά αν ακολουθήσεις και μια σωστή, γενναία ρύθμιση για το χρέος, θα μιλούμε για μηδενισμό αυτού του ρίσκου.
Άρα, όλοι οι λόγοι που υπήρχαν στο παρελθόν και απέτρεπαν ξένες επενδύσεις θα εκλείψουν, θεωρώ στο πολύ κοντινό μέλλον.
– Ποια είναι η προοπτική για τις εξωστρεφείς επιχειρήσεις;
Αν οργανωθούμε περισσότερο ως Δημόσιο και σε συνέργεια του Δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, έχουμε μεγάλες δυνατότητες να αυξήσουμε τις εξαγωγές σαν ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά και να αναπροσανατολίσουμε όλη την παραγωγή στο πλαίσιο μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης προς την εξωστρέφεια.