Η ανάλυση και η ομαδοποίηση παλαιών αυτοκαταγγελιών φοροφυγάδων οδήγησαν τους «Ράμπο» της εφορίας του Βούπερταλ –στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία– σε αυστριακές τράπεζες οι οποίες συνέβαλαν στην καταδολίευση του γερμανικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα της Sueddeutsche Zeitung.
H ιδιωτική τράπεζα Βάλζερ (Walser) είναι ένα μικρό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα το οποίο λειτουργεί από το 1894 στην ομώνυμη κοιλάδα της Αυστρίας. Οι «Ράμπο» της εφορίας του Βούπερταλ εξέτασαν τα αρχεία της τράπεζας και στη συνέχεια η Εισαγγελία της Κολωνίας διέταξε έρευνα κατά συνεργατών της για συνέργεια στο αδίκημα της φοροδιαφυγής. Η τράπεζα κατέβαλε εν τω μεταξύ στη Βόρεια Ρηνανία -Βεστφαλία πρόστιμο 5,4 εκατομμυρίων ως ένα είδος διακανονισμού. Το θέμα έκλεισε και ο εκπρόσωπος της τράπεζας διαβεβαιώνει –όπως και πολλές άλλες τράπεζες αυτήν την εποχή– ότι “έχει αλλάξει άρδην τον τρόπο συνεργασίας της με τους πελάτες της. Οι προδιαγραφές για την διαφάνεια προέλευσης των καταθέσεων είναι πολύ αυστηρές.”
Η Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία έχει καταφέρει να αποκαλύψει από το 2010 περιπτώσεις φοροφυγάδων και από τότε εισέρευσαν 2,3 δισ. ευρώ στα γερμανικά ταμεία χάρη στην εξιχνίαση των σχετικών υποθέσεων ιδίως στην Ελβετία, το Λιχτενστάιν και αργότερα στο Λουξεμβούργο και την Αυστρία. Χάρη στις αναλύσεις της οικονομικής αστυνομίας του γερμανικού αυτού κρατιδίου, οι ελεγκτές παρατήρησαν ότι έπεφταν πάνω σε φοροφυγάδες πελάτες των ίδιων τραπεζών που είχαν ελέγξει προ ετών. Εν τω μεταξύ οι περιπτώσεις έγιναν τόσο πολλές ώστε οι «Ράμπο» του Βούπερταλ εκαναν μια τόσο απλή αλλά και ευφυή σκέψη: Να μην αναμένει η Εφορία πλέον τις καταγγελίες απατημένων συζύγων ή την αποστολή CD με ονόματα εν δυνάμει φοροφυγάδων, τα οποία δεν περιέχουν πάντα ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά να ομαδοποιήσει τις περιπτώσεις των αυτοκαταγγελομένων ανά τράπεζα. Καλός τους σύμμαχος αποδείχθηκαν οι ίδιοι οι αυτοκαταγγελόμενοι, οι οποίοι είναι εξόχως ομιλητικοί.
Αρχικά η λίστα των ύποπτων τραπεζών περιελάμβανε 29 τράπεζες. Είναι πλέον 57, από την Ελβετία, το Λιχτενστάιν, το Λουξεμβούργο, αλλά και την Αυστρία. Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφεί για τις πρώτες, αλλά η Αυστρία;
Οι εμπειρογνώμονες είναι βέβαιοι πλέον ότι επί χρόνια η χώρα αυτή υπήρξε ένα αγαπημένο καταφύγιο των φοροφυγάδων. Το απόρρητο ίσχυε σε απόλυτη σχεδόν μορφή και ήταν μάλιστα και συνταγματικά κατοχυρωμένο. Ονόματα και αριθμοί εξαφανίζονταν σε θυρίδες και λίγες μόνο επιτρεπόταν να ανοίξουν. Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορούσαν να είναι τόσο ασφαλείς οι φοροφυγάδες όσο στην Αυστρία.
Το 2014 όμως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χαρακτήρισε αθέμιτο το τραπεζικό απόρρητο της Αυστρίας και ως εκ τούτου έπρεπε να καταργηθεί. Αμέσως ο αριθμός των αυτοκαταγγελομένων αυξήθηκε κατακόρυφα, ιδίως από την γειτονική Βαυαρία.
Στο μικροσκόπιο των Γερμανών ανακριτών μπήκαν κυρίως τράπεζες του Τιρόλου και της κοιλάδας του Βάλζελ στις ειδυλλιακές Αλπεις. Στο επίκεντρο βρέθηκε και η τιρολέζικη κωμόπολη των 300 κατοίκων Γιούνγκχολτς (Jungholz), στα βαυαρο-αυστριακά σύνορα, το οποίο έχει πρόσβαση μόνο από τη Γερμανία. Με τις τρεις τράπεζές του είχε την μεγαλύτερη “τραπεζική πυκνότητα” στην Αυστρία και αποτέλεσε, όχι μόνο έναν γεωγραφικό, αλλά και έναν φορολογικό θύλακα για τους Γερμανούς φοροφυγάδες. Πολλοί εξ αυτών έχουν εν τω μεταξύ κλείσει τους λογαριασμούς τους και ορισμένοι έχουν κάνει αυτοκαταγγελία. Φυσικά μερικές τράπεζες απέλυσαν υπαλλήλους. Μένει να δούμε ποιά θα πετύχουν οι επιθεωρητές της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας με τις τόσες επιτυχίες, καταλήγει το αποκαλυπτικό δημοσίευμα της εφημερίδας του Μονάχου.