Την ανάπτυξη 240 Τοπικών Μονάδων Υγείας σε 62 περιοχές σχεδιάζει το Υπουργείο Υγείας.
Ειδικότερα, η καθολική κάλυψη των αναγκών υγείας, η ισότιμη
πρόσβαση των πολιτών στις υπηρεσίες και η οικονομική προστασία των πολιτών,
καθώς σήμερα πληρώνουν αρκετά από την τσέπη τους, είναι οι βασικοί άξονες
ανάπτυξης της Πρωτοβάθμιας Υγείας, που σχεδιάζει ο αναπληρωτής γενικός
γραμματέας, Σταμάτης Βαρδαρός.
Ο κ. Βαρδαρός ανέφερε σε συνάντηση με δημοσιογράφους ότι, μέσα στο
2016 θα πρέπει να έχει ψηφισθεί το νομοσχέδιο για την μεταρρύθμιση της
Πρωτοβάθμιας Υγείας, εξηγώντας ότι η καθυστέρηση που παρατηρείται, οφείλεται
στο γεγονός ότι ο αρχικός σχεδιασμός για πιλοτική εφαρμογή σε τέσσερις αστικές
περιοχές, με την ανάπτυξη 30 Μονάδων, άλλαξε και το σύστημα επεκτείνεται.
Οι Τοπικές Μονάδες θα στελεχωθούν συνολικά με 3.053 νέους
γιατρούς (γενικούς, παθολόγους, παιδίατρους) και νοσηλευτές, κοινωνικούς
λειτουργούς και επισκέπτες υγείας. Θα προσφέρουν ολιστική φροντίδα, με έμφαση
στην πρόληψη και την αγωγή υγείας σε συγκεκριμένο πληθυσμό, που θα ανέρχεται
γύρω στις 10.000.
Πυρήνας του νέου συστήματος θα είναι οι Τοπικές Μονάδες και
κέντρα αναφοράς τα Κέντρα Υγείας και οι Μονάδες του Πρωτοβάθμιου Δικτύου Υγείας
της περιοχής, όπου έχουν ξεκινήσει παρεμβάσεις αναβάθμισης του εργαστηριακού
τους εξοπλισμού. Το νέο σύστημα θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες του ηλεκτρονικού
φακέλου, ξεκίνησε η εφαρμογή του από την Πάτρα και θα επεκταθεί και σε άλλες
Υγειονομικές Περιφέρειες.
Δεν πρόκειται να κλείσει καμία Μονάδα Υγείας, ενώ τονίστηκε
η ανάγκη επανασχεδιασμού της κατανομής τους.
Στο σύστημα, πέρα από τις νέες προσλήψεις, οι οποίες θα
είναι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αρχικά για τρία χρόνια και τις εσωτερικές
μετακινήσεις, όπου κρίνεται αναγκαίο, θα ενταχθούν και οι γιατροί του ΠΕΔΥ.
«Θα είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, με
μεταβατικό στάδιο ενός έτους, για να κλείσουν τα ιατρεία τους. Το σύστημα της
Πρωτοβάθμιας Υγείας θα συμπληρώνεται με τους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ
γιατρούς, των οποίων οι συμβάσεις λήγουν τέλη του μήνα και θα ανοίξουν σε νέους
γιατρούς στη βάση των αναγκών για υπηρεσίες υγείας” και “αισθητά θα
είναι περισσότερες.
Πάντως, για να
λειτουργήσει επιτυχώς το σύστημα, χρειάζεται ο πολίτης να εκπαιδευθεί για τη
χρήση του οικογενειακού γιατρού και σε άλλη σχέση με το σύστημα Υγείας, ώστε να
μειωθεί η προκλητή ζήτηση, η πολυφαρμακία και η επιβάρυνση των νοσοκομείων με
τα “ψυχρά περιστατικά”, τα οποία εκτιμάται ότι αγγίζουν το 80%, (περισταστικά που δεν θα έπρεπε να φτάνουν στο νοσοκομείο).
Το ετήσιο κόστος λειτουργίας του νέου συστήματος,
υπολογίζεται σε 80 εκατ. ευρώ, η χρηματοδότηση θα προέλθει από κοινοτικούς
πόρους και σταδιακά, με την επέκταση του συστήματος, θα εισρεύσουν εθνικοί
πόροι, καθώς στόχος είναι “το νέο Σύστημα της Πρωτοβάθμιας Υγείας να
αποτελέσει συστατικό κομμάτι του ΕΣΥ», συμπλήρωσε ο κ. Βαρδαρός.