Δύο εκατομμύρια Ελληνες έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες, ύψους 15 δισ. ευρώ. Αλλοι 420.000 έχουν «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια ύψους 26 δισ. ευρώ και 305.000 επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια 15 δισ. ευρώ.
Η ακτινογραφία του ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους της χώρας αποκαλύπτει ότι όλοι χρωστούν σε όλους και φυσικά όλοι μαζί στο Δημόσιο, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το οποίο αθροίζουν πρόσθετα χρέη 90 δισ. ευρώ. Εάν σε αυτά προστεθεί και ο δανεισμός των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, που αθροίζει «κόκκινα» δάνεια ύψους 45 δισ. ευρώ, τότε οι οφειλές του ιδιωτικού τομέα υπερβαίνουν το ΑΕΠ της χώρας και φθάνουν τα 200 δισ. ευρώ, ένα νούμερο που δεν θα μπορούσε να αποπληρωθεί στο ορατό μέλλον. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Καθημερινή:
• Για τη συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών, δηλαδή περί τις 350.000, από το σύνολο των 420.000 που έχουν «κόκκινα» δάνεια, η οφειλή από στεγαστικά δάνεια είναι από 10.000 έως 100.000 ευρώ.
• Για τα καταναλωτικά δάνεια το 1,7 εκατομμύριο των οφειλετών από το 1,9 που έχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυτής της κατηγορίας, χρωστάει υπόλοιπο έως 20.000.
• Σε ό,τι αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες από τους 305.000 με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες, οι 220.000 δεν οφείλουν πάνω από 50.000.
Αντίστοιχα από την ανάλυση των οφειλών προς το Δημόσιο προκύπτει ότι η συντριπτική πλειονότητα των φορολογουμένων, περί τα 4,2 εκατομμύρια κυρίως φυσικά πρόσωπα και επαγγελματίες οφείλουν ποσά έως 20.000 ευρώ, τα οποία θα μπορούσαν να μπουν σε μια λογική διευθέτησης εάν η φορολογική πολιτική δεν εξαντλούνταν στην επιβολή νέων φόρων και στη δημιουργία νέου χρέους. Από την ίδια ανάλυση για το παλιό ληξιπρόθεσμο χρέος προκύπτει ότι:
• Τα 4,2 εκατομμύρια των ΑΦΜ με χρέη έως 20.000 ευρώ, οφείλουν συνολικά 5,5 δισ. ευρώ.
• 77.000 ΑΦΜ με χρέη από 20.000 έως 50.000 ευρώ, οφείλουν συνολικά 2,4 δισ. ευρώ.
• 30.000 ΑΦΜ με χρέη από 50.000 έως 100.000 ευρώ, οφείλουν 2 δισ. ευρώ.
• 25.000 ΑΦΜ με χρέη από 100.000 έως 500.000 ευρώ, οφείλουν 5 δισ. ευρώ.
Από εκεί και πάνω, δηλαδή πάνω από τις 500.000, υπάρχει φυσικά το χάος με 11.000 ΑΦΜ να οφείλουν το δυσθεώρητο ποσό των 73 δισ. ευρώ! Από τα στοιχεία γίνεται σαφές ότι το τρομακτικό νούμερο των 90 δισ. ευρώ που εμφανίζεται ως ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, δεν είναι παρά μια συλλογική πλάνη που αγγίζει πλέον τα όρια του αστικού μύθου. Σύμφωνα με την ανάλυση των στοιχείων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων από το παλιό ληξιπρόθεσμο χρέος, δηλαδή αυτό που είχε δημιουργηθεί έως τα τέλη του 2015 συνολικού ύψους 71,5 δισ. ευρώ, το Δημόσιο εισέπραξε περί το 1,8 δισ. ευρώ, δηλαδή ποσοστό περί το 2,5%. Την ίδια στιγμή και σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει η Γενική Γραμματεία, οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο ανήλθαν στα τέλη του περασμένου Αυγούστου στα 9 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 7,7 δισ. ευρώ είναι οι φορολογικές οφειλές (το υπουργείο Οικονομίας αναφέρεται σε 5,2 δισ. ευρώ). Από το ποσό του νέου ληξιπρόθεσμου χρέους που δημιουργήθηκε εντός του 2016, οι εισπράξεις ανήλθαν στο 1,3 δισ. ευρώ και το ποσοστό είσπραξης δεν ξεπέρασε το 15%, επιβεβαιώνοντας ότι το χρέος δημιουργεί νέο και το καινούργιο απλώς έρχεται να επιτείνει μια ήδη βεβαρημένη κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα στοιχεία της ΓΓΔΕ υπάρχει ο όρος «αποτελεσματικό νέο ληξιπρόθεσμο χρέος» για να αποτυπώσει αυτό που μπορεί να εισπραχθεί και το οποίο ορίζεται περίπου στο 64%.
Ακόμη και έτσι όμως από την ανάλυση των σχετικών στοιχείων γίνεται σαφές ότι τα ποσοστά είσπραξης ακόμη και του νέου χρέους που δημιουργείται και μπαίνει στην κατηγορία του ληξιπρόθεσμου είναι εξαιρετικά χαμηλά και διαμορφώνονται μεταξύ 15% και 17%, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για το παλιό χρέος είναι απογοητευτικά (της τάξης του 2,5%), αναδεικνύοντας την ανάγκη το κράτος να ξεκαθαρίσει επιτέλους τους λογαριασμούς του, με επιχειρήσεις-φαντάσματα, επαγγελματίες με ΑΦΜ «μαϊμού» και εταιρείες εικονικές, πολλές εκ των οποίων έκλεισαν πριν καν δραστηριοποιηθούν, αφού πρόκειται για δραστηριότητες συνήθως άνομου σκοπού.
Η συζήτηση για τα ληξιπρόθεσμα χρέη τείνει να λάβει αποπροσανατολιστική διάσταση, αφού η συντήρησή της εξυπηρετεί πλέον τον λαϊκισμό περί πάταξης της διαφθοράς τη στιγμή που έχει πενιχρή συμβολή στην κάλυψη ελλειμμάτων. Πίσω από τα νούμερα που ανεβάζουν τις οφειλές σε δυσθεώρητο ύψος, υπάρχει η ψύχραιμη προσέγγιση που δείχνει ότι η πλειονότητα του πληθυσμού οφείλει ποσά που θα μπορούσαν να καταστούν διαχειρίσιμα εάν η οικονομία έμπαινε σε μια τροχιά σταθεροποίησης.