Τέσσερα πιάτα και μία σούπα, χωρίς αλκοόλ. Αυτό ήταν το γεύμα που κατανάλωσε συμβολικά ο Ξι Ζινπίνγκ, ο πρόεδρος της Κίνας, όταν επισκέφθηκε την επαρχία Χεμπέι το 2012 στο πλαίσιο της καταστολής της διαφθοράς από αξιωματούχους του κόμματός του. Δε θα υπάρξει πολυτελής φιλοξενία ή απλόχερη γενναιοδωρία, υπαινίχθηκε.
Οι ξένες εταιρίες που θέλουν να αγοράσουν επιχειρήσεις στην Κίνα έρχονται αντιμέτωπες με μια παρόμοια αυστηρή δίαιτα. Υπάρχουν λίγα πιάτα στο μενού και είναι δύσκολο να τα καταπιείς. Δεν μοιάζει καθόλου με αυτό που ο Γέοργκ Βούτκε, πρόεδρος του ευρωπαϊκού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Κίνα, αποκαλεί «τσιμπούσι» στο οποίο η Κίνα προσκαλείται στο εξωτερικό.
Τώρα, ωστόσο, η Γερμανία μάλλον κάνει έκκληση για να σταματήσει αυτό το τσιμπούσι ή να αφαιρεθούν κάποια από τα πιάτα. Αυτή την εβδομάδα απέσυρε την έγκριση της εξαγοράς της κατασκευάστριας εξοπλισμού τσιπ, Aixtron, από την Fujian Grand Chip, ένα επενδυτικό ταμείο, έναντι 670 εκατ. ευρώ. Μαζί με τις καθυστερήσεις των ρυθμιστικών αρχών στην προτεινόμενη εξαγορά της ελβετικής Syngenta από την ChemChina για 44 δισ. ευρώ, αυτό δείχνει πως η Ευρώπη αρχίζει να βλέπει τα πράγματα με άλλο μάτι.
Η επιφυλακτικότητα είναι δικαιολογημένη, όχι επειδή είναι κακό οι κινεζικές επιχειρήσεις να αγοράζουν στο εξωτερικό, αλλά επειδή το Πεκίνο εγείρει μεγάλα εμπόδια στις ξένες εταιρίες που κάνουν το ίδιο στη δική του αγορά. Αυτά ποικίλλουν, από νομικά εμπόδια στις ξένες ιδιοκτησίες, μέχρι ένα δίκτυο κανονισμών και άτυπων φραγμών.
Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της Γερμανίας δεν είναι ο μόνος στόχος. Ο κινεζικός όμιλος Dalian Wanda αναζητά αγορές στο Χόλιγουντ και η HNA υπέβαλε αυτή την εβδομάδα προσφορά 6,5 δισ. δολαρίων για την αγορά του 25% της ξενοδοχειακής αλυσίδας Hilton. Οι κινεζικές εταιρίες δεν είναι πλέον ικανοποιημένες με το να κατασκευάζουν ρούχα, παιχνίδια και ηλεκτρονικά και να αφήνουν τα… «έξυπνα» στους άλλους.
Κάποιες από αυτές τις συμφωνίες θα λάβουν τέλος με τον ίδιο τρόπο που τερματίστηκαν οι εξαγορές της Ιαπωνίας στα τέλη της δεκαετίας του 1980, τις οποίες επίσης ενθάρρυναν οι υψηλές τιμές των στοιχείων ενεργητικού και το φθηνό χρήμα στην εγχώρια αγορά. Οι ιαπωνικές εταιρίες πλήρωναν υπερβολικά πολλά για περιουσιακά στοιχεία που δεν ήξεραν πώς να διαχειριστούν και δεν άργησαν να αντιμετωπίσουν προβλήματα. Αλλά η Γερμανία δείχνει το γιατί θα πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά την άνοδο των άμεσων κινεζικών ξένων επενδύσεων.
Οι αμφιβολίες για τη συμφωνία της Aixtron ήρθαν έπειτα από μια σειρά εξαγορών γερμανικών εταιριών με προηγμένη κατασκευαστική τεχνολογία. Η Kuka, η κατασκευάστρια βιομηχανικών ρομπότ, αγοράστηκε από την Midea, μια κατασκευάστρια οικιακών ηλεκτρονικών συσκευών από την επαρχία Γκουανγκτόνγκ, για 4,5 δισ. ευρώ φέτος. Κινεζικές επιχειρήσεις έχουν επίσης αγοράσει γερμανικές εταιρίες αντλιών σκυροδέματος και μηχανοκίνητων εργαλείων.
Δεν αποτελεί μυστήριο το τι συμβαίνει. Το σχέδιο «Made in China 2025» που αποκαλύφθηκε πέρυσι, θέλει την Κίνα να μετατοπίζεται στις προηγμένες κατασκευές σε 10 βιομηχανίες, περιλαμβανομένων των μηχανοκίνητων εργαλείων και της ρομποτικής, της αεροδιαστημικής, της ιατρικής και της τεχνολογίας της πληροφορίας. Αν δεν μπορεί να ξεπεράσει ανεπτυγμένες εταιρίες σε Γερμανία και Ηνωμένες Πολιτείες, θα τις αγοράσει.
Αυτό από μόνο του δεν είναι απειλητικό. Έχει πλεονεκτήματα σε σχέση με την προηγούμενη τακτική της Κίνας, η οποία ήταν να πυροδοτεί «εγχώρια καινοτομία» αναγκάζοντας τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές εταιρίες που ήθελαν πρόσβαση στην εγχώρια αγορά της να σχηματίζουν κοινοπραξίες με κινεζικές επιχειρήσεις και «εισιτήριο» για την αγορά ήταν η μεταβίβαση της τεχνολογίας τους.
Οι Κινέζοι αγοραστές γερμανικών και αμερικανικών εταιριών πρέπει να πληρώσουν ογκώδες premium για εκλεπτυσμένη τεχνολογία που μόνο τότε μπορούν να υιοθετήσουν. Είναι μια πιο ελκυστική προσέγγισησυγκριτικά, για παράδειγμα, με τον τρόπο που η Siemens, η Kawasaki και η Alstom έπρεπε να μοιραστούν μυστικά για να κερδίσουν συμβάσεις για το κινεζικό σιδηροδρομικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας.
Ούτε υπάρχει κάποιο πρόβλημα με την υπερβολικά μεγάλη φιλοδοξία της Κίνας. Δεν μπορεί απλά να μείνει στο επίπεδο όπου βρισκόταν, τη στιγμή που η ελαφριά μεταποίηση μεταφέρεται σε χώρες με χαμηλότερους μισθούς όπως το Μπαγκλαντές. Δεν υπονομεύει την ασφάλεια της Δύσης με την απόκτηση τεχνογνωσίας στη ρομποτική και τα προηγμένα μηχανοκίνητα εργαλεία.
Ο εκνευρισμός προκύπτει από το γεγονός ότι οι επενδυτικές ροές κλίνουν προς τη μία πλευρά με μη βιώσιμο τρόπο. Η οικονομική άνοδος της Κίνας και η προσχώρηση στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, άνοιξαν ένα μεγάλο εμπορικό κενό, με την Κίνα να γίνεται ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αγαθών στον κόσμο. Η Γερμανία και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, πριν δεν χρειαζόταν να ανησυχούν για την ανισορροπία στις εξαγορές και συγχωνεύσεις, αλλά τώρα πρέπει.
Η προσχώρηση στον ΠΟΕ υποτίθεται πως θα προσέφερε στις παγκόσμιες εταιρίες περισσότερη πρόσβαση στην Κίνα, και το έκανε σε τομείς όπως η κατασκευή αυτοκινήτων. Αλλά η Κίνα διατηρεί μια πληθώρα επίσημων και ανεπίσημων περιορισμών για ξένη ιδιοκτησία στην ιατρική φροντίδα, τα logistics, τις τηλεπικοινωνίες και άλλες βιομηχανίες. Η China Oceanwide δεν αντιμετώπισε εμπόδια όταν αγόρασε αυτή την εβδομάδα την Genworth Financial, μια αμερικανική ασφαλιστική εταιρία, για περίπου 2,7 δισ. δολάρια, αλλά οι ξένοι ασφαλιστές απολαμβάνουν ακόμη ένα ελάχιστο μερίδιο αγοράς στην Κίνα.
Τα όρια στην ιδιοκτησία είχαν έναν αποδεκτό σκοπό: να εμποδίσουν τις κινεζικές βιομηχανίες να ποδοπατηθούν από έναν καταιγισμό εσωτερικής επένδυσης. Αλλά η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της χώρας τα τελευταία 15 χρόνια δεν έχει οδηγήσει σε φιλελευθεροποίηση: ακόμη και όταν χαλαρώνουν οι νόμοι, οι επαρχιακές κυβερνήσεις και οι τοπικοί αξιωματούχοι ευνοούν τις κινεζικές επιχειρήσεις με χιλιάδες τρόπους.
Η Γερμανία βρίσκεται σε δύσκολη θέση, καθώς δεν έχει στη διάθεσή της έναν ευρύ μηχανισμό ελέγχου της προώθησης της Κίνας: η ΕΕ δεν έχει κάτι αντίστοιχο της Επιτροπής Ξένης Επένδυσης στις ΗΠΑ, η οποία ερευνά ευαίσθητες εξαγορές. Η ΕΕ έχει πιέσει την Κίνα να προσφέρει ευκολότερη πρόσβαση σε ευρωπαϊκές εταιρίες, αλλά το Πεκίνο είναι δύσκολος διαπραγματευτής και η ανισορροπία το βολεύει.
Αυτό δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ. Είτε η Κίνα θα γίνει πιο εξυπηρετική, είτε τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά τσιμπούσια θα συρρικνωθούν. Οι κανονισμοί θα αλλάξουν και οι συμφωνίες θα μπλοκαριστούν.
Τότε όλοι θα πρέπει να αρκεστούν στα λιγότερα.
Πηγή: Financial Times, Euro2day.gr