Η παγκόσμια συμφωνία για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος που υπογράφηκε στο Παρίσι πέρσι μπήκε σε εφαρμογή επίσημα σήμερα, ασκώντας πίεση σε περίπου 200 χώρες να αρχίσουν να εφαρμόζουν σχέδια για τη μείωση των εκπομπών των αερίων θερμοκηπίου.
Η Συμφωνία του Παρισιού στοχεύει στην απεξάρτηση της παγκόσμιας οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα στο δεύτερο μισό του αιώνα μας, περιορίζοντας την αύξηση των μέσων παγκόσμιων θερμοκρασιών σε λιγότερο από 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από το επίπεδο που είχαν πριν τη βιομηχανοποίηση.
Το Πρόγραμμα του Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) δημοσιοποίησε χθες έκθεσή του στην οποία αποκαλύπτει ότι ο κόσμος χρειάζεται να μειώσει τις εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου κατά ένα περαιτέρω 12 δις με 14 δις τόνους μέχρι το 2030 για να έχει τη δυνατότητα να περιορίσει την παγκόσμια άνοδο θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου. Αυτό το επίπεδο είναι ο στόχος της συμφωνίας που υπέγραψαν οι χώρες και μπαίνει σε εφαρμογή σήμερα. Το έλλειμα αυτό των 12-14 δις τόνων, είπε η UNEP, είναι κατά 12 φορές το επίπεδο των ετήσιων εκπομπών και των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των μεταφορών, συμπεριλαμβανόμενων και των αεροπορικών μεταφορών.
Η UNEP δήλωσε ότι ο κόσμος δεν πλησιάζει ούτε κατά διάνοια τον στόχο αυτό, προειδοποιώντας για την πιθανότητα ανθρώπινης τραγωδίας αν δεν επιταχύνουν οι κυβερνήσεις τις προσπάθειές τους να καταπολεμήσουν την παγκόσμια άνοδο της θερμοκρασίας.
“Η επιστήμη δείχνει ότι χρειάζεται να κινηθούμε πολύ πιό γρήγορα”, δήλωσε ο επικεφαλής της UNEP Έρικ Σόλχαϊμ. “Ο αυξανόμενος αριθμός των προσφύγων λόγω κλίματος που υποφέρουν από πείνα, φτώχια, αρρώστια και πολέμους θα αποτελεί συνεχή υπενθύμιση της αποτυχίας μας να δώσουμε λύσεις”.
Ο Σόλχαϊμ είπε επίσης ότι η αύξηση προσπάθειας των κυβερνήσεων πρέπει να ξεκινήσει με τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον που θα διεξαχθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες στο Μαρακές του Μαρόκου.
Ο στόχος των 2 βαθμών σχετίζεται με την εποχή πριν την επέλαση της βιομηχανικής επανάστασης, όταν, σύμφωνα με τους επιστήμονες, άρχισαν οι άνθρωποι να μεταβάλλουν το κλίμα με την εκπομπή στην ατμόσφαιρα των αερίων θερμοκηπίου – κυρίως διοξειδίου του άνθρακα από ορυκτά καύσιμα. Οι θερμοκρασίες έχουν αυξηθεί από τότε κατά περίπου ένα βαθμό Κελσίου.
Για να έχουν ελπίδα να μειώσουν τη θερμοκρασία κατά 1,5 βαθμό Κελσίου, οι χώρες πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές πολύ παραπάνω από ό,τι τώρα – συγκεκριμένα, κατά 15 με 17 δις τόνους παραπάνω, μέχρι και το 2030, είπε η UNEP στην έκθεση που δημοσίευσε χθες. Μερικοί αναλυτές δεν πιστεύουν ότι είναι εφικτό αυτό, δεδομένων των σημερινών αυξητικών τάσεων των εκπομπών, οι οποίες έφτασαν τους 52.7 δις τόνους το 2014. Η χώρα που παράγει τους περισσότερους ρύπους είναι η Κίνα, που ακολουθείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι εκπομπές από ορυκτά καύσιμα – η μεγαλύτερη πηγή ρύπανσης – έχουν σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά σύμφωνα με την έκθεση της UNEP, είναι πολύ νωρίς ακόμα να διαπιστωθεί αν αυτή η αλλαγή είναι μόνιμη.
Αυτή τη χρονιά, οι χώρες έκαναν άλλο ένα βήμα στη μείωση των εκπομπών με τη συμφωνία να μειώσουν τη χρήση των υδροφθορανθράκων (HFC), ενός ισχυρού αερίου του θερμοκηπίου που χρησιμοποιείται στα ψυγεία, τις καταψύξεις και τα κλιματιστικά. Σύμφωνα με παλιότερες έρευνες τις οποίες επικαλείται η UNEP, η κίνηση αυτή μπορεί να μειώσει την υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 0,5 βαθμούς Κελσίου εάν εφαρμοστεί πλήρως.