Πώς θα χαρακτήριζε την άκαρπη δεύτερη συνάντηση στο Μον Πελερέν της Ελβετίας – αποτυχία, στασιμότητα, μπλοκάρισμα, αδιέξοδο; Τίποτα από αυτά απαντά ο κύπριος υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Κασουλίδης σε συνέντευξη στη Deutsche Welle που έγινε πριν από το χθεσινοβραδινό δείπνο, το οποίο παρέθεσε ο Ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο Έσπεν Μπαρθ Άιντε στους κκ. Νίκο Αναστασιάδη και Μουσταφά Ακιντζί. Πρόκειται απλώς για μια «δυστοκία σε κατάληξη συμφωνίας όσον αφορά τα κριτήρια του εδαφικού».
Τελικά ο κ. Κασουλίδης δικαιώθηκε. Όπως ανακοίνωσαν τα Ηνωμένα Έθνη τη νύχτα οι διακοινοτικές συνομιλίες θα συνεχιστούν, έτσι ώστε να φτάσουν σε συνολική λύση, η οποία θα συζητηθεί με την «επιπρόσθετη παρουσία των εγγυητριών δυνάμεων» σε Σύνοδο για την Κύπρο, που θα διεξαχθεί από τις 12 Ιανουαρίου 2017 στη Γενεύη.
Τα «αγκάθια» της διαπραγμάτευσης
Ο κ. Κασουλίδης εστιάζει το βασικό λόγο που οδήγησε σε αδιέξοδο τις συνομιλίες κατά τη δεύτερη συνάντηση Αναστασιάδη-Ακιντζί στο Μον Πελερέν της Ελβετίας στις «σημαντικές αποκλίσεις» σε μια σειρά από θέματα. Με τόσες αποκλίσεις η διεθνής διάσκεψη θα μετατρεπόταν «σε διάσκεψη εφ’ όλης της ύλης». Βασικό της αντικείμενο είναι όμως το έκτο κεφάλαιο των διαπραγματεύσεων που αφορά «το μέλλον των εγγυήσεων και το θέμα της αποχώρησης του τουρκικού στρατού».
Όπως επισημαίνει ακόμη ο κύπριος ΥΠΕΞ, σε περίπτωση που Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πάνε στη διεθνή διάσκεψη για την επίλυση του κυπριακού χωρίς να είναι σε «αχτίνα συμφωνίας σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα πέντε κεφάλαια, επικρατεί ο κίνδυνος η διαπραγμάτευση να μην είναι κυπριακής ιδιοκτησίας». Κάτι τέτοιο θα ερχόταν σύμφωνα με τον κ. Κασουλίδη σε αντίθεση με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας που αφορούν ακριβώς τα πρώτα πέντε κεφάλαια.
Αυτό που επιβάλλεται τώρα είναι το «συντομότερο δυνατό» να ξεκινήσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων «εν ανάγκη καθημερινά και εντατικά μέχρις ότου συμφωνηθούν τα κριτήρια του εδαφικού και μικρύνουν οι διαφορές». Πέραν αυτού, «για σκοπούς χρησιμότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί η επιτυχία της διεθνούς διάσκεψης, θα πρέπει να προηγηθεί μια συνεννόηση Ελλάδος και Τουρκίας».
Ο κ. Κασουλίδης επικροτεί την πρόθεση του έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να μεταβεί στην Άγκυρα προκειμένου να συναντηθεί με τον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Αναφορικά με τις προθέσεις της Τουρκίας ο κ. Κασουλίδης της αναγνωρίζει ότι όντως θέλει μια λύση του Κυπριακού. «Αλλά», όπως προσθέτει ο κύπριος ΥΠΕΞ, «πρέπει να αντιληφθεί και η ίδια ότι λύση σημαίνει μια αμοιβαία αποδεκτή λύση. Διαφορετικά δεν είναι λύση». Αναφερόμενος στην επικείμενη διεθνή διάσκεψη όπου θα ζητηθεί και από την Τουρκία να ανοίξει τα χαρτιά της για την ασφάλεια της Κύπρου και τις εγγυήσεις ο Ι. Κασουλίδης προειδοποιεί ότι δεν μπορεί κανείς να διαπραγματεύεται «με θέσεις τελεσίγραφα από τις οποίες δεν μετακινείται».
Το θέμα των εγγυήσεων
Αναφορικά με τον μελλοντικό ρόλο των εγγυητριών χωρών ο Ιωάννης Κασουλίδης επαναλαμβάνει την πάγια θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς: εφόσον η Μ. Βρετανία και η Ελλάδα δεν έχουν την πρόθεση να διαδραματίσουν αυτό το ρόλο μετά την επανένωση της νήσου δεν μπορεί η Τουρκία να παραμείνει μοναδική εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου. «Μια εγγύηση μόνο από την Τουρκία,» τονίζει ο κ. Κασουλίδης, «και μάλιστα με τον τρόπο που ερμηνεύει ότι τάχα έχει το δικαίωμα της μονομερούς στρατιωτικής επέμβασης χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Ασφαλείας, κάνει τους Ελληνοκύπριους 100% ανασφαλείς και τους Τουρκοκύπριους 100% ασφαλείς.» Θα πρέπει όμως και οι δύο πλευρές να νιώθουν ασφαλείς.
Σύμφωνα με τον Ι. Κασουλίδη η ασφάλεια αυτή διασφαλίζεται βασικά από την ΕΕ, η οποία «είναι ο θεματοφύλακας της έννομης τάξης κάθε κράτους-μέλους και έχει τα εργαλεία να παρεμβαίνει για να ανακαλεί σε τάξη, αν χρειαστεί, ένα κράτος μέλος.» Ο κύπριος ΥΠΕΞ παραπέμπει όμως και στο παράδειγμα της Βόρειας Ιρλανδίας και συγκεκριμένα στη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, με την οποία τερματίστηκαν το 1998 οι αιματηρές συγκρούσεις Προτεσταντών και Καθολικών. Όπως επισημαίνει, στη συμφωνία προβλέπονταν «πολιτικοί μηχανισμοί για την επίλυση των οποιωνδήποτε αδιεξόδων – δεν χρειάζονται στρατοί για να λύνουν προβλήματα που πιθανόν να ανακύψουν». Ανάλογοι μηχανισμοί θα μπορούσαν να δημιουργηθούν και στην Κύπρο.
Πηγή: DW