Ο μακρύς προεκλογικός αγώνας, η εκλογική κόπωση γενικά και η δυσμενής ημερομηνία διεξαγωγής του – σχεδόν παραμονές Χριστουγέννων, και σίγουρα μέσα στη δίνη των γιορταστικών προετοιμασιών που στην Αυστρία αρχίζουν εβδομάδες νωρίτερα – επηρεάζουν το ποσοστό συμμετοχής στον επαναληπτικό γύρο των αυστριακών προεδρικών εκλογών, μεθαύριο Κυριακή, το οποίο αναμένεται να είναι χαμηλότερο από εκείνο στον προηγούμενο δεύτερο γύρο τους στις 22 Μαΐου.
Η μείωση της συμμετοχής συνδέεται κυρίως με το γεγονός του ατέλειωτου προεκλογικού αγώνα αλλά και με την ημερομηνία τους, καταμεσής στην περίοδο τέσσερις εβδομάδες πριν από τα Χριστούγεννα, και ως εκ τούτου ο Βόλφγκανγκ Μπάχμαγιερ, ειδικός δημοσκοπήσεων, αναμένει πως το ποσοστό συμμετοχής θα είναι αρκετά χαμηλότερο από το δεύτερο γύρο κατά τον οποίο είχε ανέλθει στο 72,65% .
Από την πλευρά του, ο σύμβουλος πολιτικών στελεχών, Τόμας Χόφερ, αναμένει επιπλέον μία αρνητική επίδραση στους ψηφοφόρους, από τη χθεσινή ιδιαίτερα τεταμένη τηλεοπτική αναμέτρηση των δύο υποψηφίων, του στηριζόμενου από τους Πράσινους πρώην ηγέτη τους επί ένδεκα χρόνια, Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, ο οποίος ήταν ο νικητής του ακυρωμένου δεύτερου γύρου της 22ας Μαΐου (με ποσοστό 50,3%) και του Νόρμπερτ Χόφερ, υπαρχηγού του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων (ποσοστό 49,7%).
Όπως ανακοινώθηκε απόψε από το αυστριακό υπουργείο Εσωτερικών, ο αριθμός των αιτήσεων που υποβλήθηκαν μέχρι τη σημερινή προθεσμία για την έκδοση κάρτας για επιστολική ψήφο ανέρχεται σε 708.485 και είναι κατά 20% μικρότερος σε σχέση με τον δεύτερο γύρο όταν είχε ανέλθει σε 885.000, με τις 55.000 από αυτές τις αιτήσεις να έχουν υποβληθεί από Αυστριακούς στο εξωτερικό.
Στην Αυστρία χρήση επιστολικής ψήφου κάνουν όχι μόνον οι πολίτες της που διαμένουν στο εξωτερικό, αλλά και όσοι δεν βρίσκονται την ημέρα των εκλογών στον τόπο κατοικίας τους ή δεν έχουν τη δυνατότητα να προσέλθουν στο εκλογικό κέντρο της περιοχής τους.
Οι επιστολικές ψήφοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για τη νίκη του Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν στις 22 Μαΐου, καθώς ο ίδιος συγκέντρωσε κατά 174.535 περισσότερες από τον αντίπαλό του, τον Νόρμπερτ Χόφερ, κάτι που τελικά του εξασφάλισε ένα προβάδισμα κατά 30.863 ψήφους, οι οποίες και τον ανέδειξαν σε νικητή του δευτέρου γύρου.
Ωστόσο το αποτέλεσμα αυτό, προφανώς λόγω της οριακής ήττας του υποψηφίου της, προσβλήθηκε από την αυστριακή Ακροδεξιά, η οποία λίγες ημέρες αργότερα, επικαλούμενη κάποια σφάλματα και παρατυπίες κατά την καταμέτρηση των επιστολικών ψήφων, είχε προσφύγει στο Αυστριακό Συνταγματικό Δικαστήριο.
Με μία εξαιρετικά αμφιλεγόμενη και επικρινόμενη ως “νομικίστικη” απόφασή του της 1ης Ιουλίου, το Αυστριακό Συνταγματικό Δικαστήριο, αποδέχθηκε την προσφυγή του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, κατά του αποτελέσματος που δεν τους ικανοποιούσε, καθώς έφερε την ήττα του υποψηφίου τους.
Συνταγματολόγοι, νομικοί και αναλυτές ασκούν κριτική σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο, κατά την άποψή τους, αντί να προχωρήσει όπως συνηθίζεται διεθνώς, σε επανακαταμέτρηση των ψήφων στα συγκεκριμένα εκλογικά κέντρα, και μάλιστα αφού το ίδιο παραδέχεται πως δεν υπήρξε η παραμικρή ένδειξη νοθείας, ακύρωσε στο σύνολό της την εκλογική διαδικασία της 22ας Μαΐου, ορίζοντας την εξ ολοκλήρου επανάληψη των εκλογών.
Πρόκειται, όπως τονίζουν οι ίδιοι, για πρωτοφανές γεγονός στα παγκόσμια χρονικά που ανοίγει με τον τρόπο αυτό διάπλατα τις πύλες για προσφυγές στο μέλλον κατά οποιασδήποτε εκλογικής διαδικασίας.