Το ιταλικό δημοψήφισμα της σημερινής Κυριακής λαμβάνει χώρα σε μια στιγμή κομβικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αναφέρει σε δημοσίευμά της η Wall Street Journal. Και αυτό γιατί την ερχόμενη Πέμπτη η ΕΚΤ θα συνεδριάσει για να αποφασίσει το μέλλον του QE, αξίας 1,7 τρισ. ευρώ, το οποίο λήγει τον Μάρτιο.
Το πρόγραμμα εξαγοράς κρατικών ομολόγων λειτούργησε πυροσβεστικά για τη νομισματική ένωση, ιδιαίτερα σε μια χρονιά με έντονες πολιτικές αναταράξεις, καθώς βοήθησε στην απορρόφηση οικονομικών κραδασμών και κράτησε υπό έλεγχο τις αποδόσεις των επιτοκίων κρατικών ομολόγων, την ώρα που συνέβαιναν γεγονότα όπως το Brexit ή η εκλογική νίκη του Donald Trump.
Αυτήν τη φορά δεν αναμένονται εκπλήξεις, καθώς οι δημοσκοπήσεις δίνουν ένα σαφές προβάδισμα στο ιταλικό “Όχι”. Όμως σε αντίθεση με το βρετανικό δημοψήφισμα και τις αμερικανικές εκλογές, αυτές οι κάλπες στήνονται εντός της Ευρωζώνης, σε μια ευαίσθητη χρονική συγκυρία για την τρίτη σε μέγεθος οικονομίας της ένωσης. Και αυτό γιατί οι ιταλικές τράπεζες αντιμετωπίζουν οξύτατα προβλήματα, υπό το βάρος των “κόκκινων” δανείων που έχουν στην κατοχή τους, ενώ την ίδια στιγμή αρκετές από αυτές χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση, σημειώνει το Capital.gr. Στην περίπτωση που οι κάλπες καταδείξουν αδυναμία της κυβέρνησης Renzi, το πιθανότερο είναι ότι οι επενδυτές θα φοβηθούν και θα αποχωρήσουν.
Σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους και επενδυτές, μια ψήφος στο “Όχι” θα παίξει ρόλο στις αποφάσεις που θα λάβει η ΕΚΤ την Πέμπτη και ενδεχομένως να βαρύνει προς την κατεύθυνση της συνέχισης εξαγοράς ομολόγων αξίας 80 δισ. ευρώ σε μηνιαία βάση. Και αυτό κόντρα στις πιέσεις που δέχεται ο Μάριο Ντράγκι από ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους, ώστε να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα αναφορικά με το πώς και το πότε το QE θα φτάσει στη λήξη του.
“Το πιθανότερο είναι ότι η ΕΚΤ θα θελήσει να περιορίσει τα ρίσκα του “Όχι” και τις καθυστερήσεις που θα μπορούσε να προκαλέσει στο θέμα της αναδιάρθρωσης των ιταλικών τραπεζών”, αναφέρει ο Martin Lück, αναλυτής της BlackRock.
Για να αντεπεξέλθει σε κάποια ξαφνική μεταβλητότητα των αγορών στον απόηχο του δημοψηφίσματος, η ΕΚΤ θα μπορούσε προσωρινά να αυξήσει τις αγορές ιταλικών ομολόγων. Μια τέτοια κίνηση μπορεί να γίνει χωρίς τη λήψη επίσημων αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας και θα μπορούσε να στηρίξει την αγορά ιταλικών ομολόγων για το επόμενο έτος.
Βέβαια η εξαγορά κρατικών ομολόγων από πλευράς της ΕΚΤ δεν δημιουργήθηκε για να στηρίζει μεμονωμένες χώρες, αλλά για να βοηθήσει της χώρες της Ευρωζώνης να ευθυγραμμιστούν με την εντολή της κεντρικής τράπεζας για πληθωρισμό λίγο κάτω από το 2%, μέσω χαμηλών επιτοκίων δανεισμού ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη.
Η οποιαδήποτε υποψία ενός έμμεσου ιταλικού bail out θα λειτουργούσε ως πολιτικός “δυναμίτης” για χώρες όπως η Γερμανία, της οποίας οι ανώτατοι αξιωματούχοι πιέζουν την ΕΚΤ να ξεκινήσει την απόσυρση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.
“Η ΕΚΤ δεν μπορεί συστηματικά να παρεκκλίνει από τους κανόνες του προγράμματος εξαγοράς ομολόγων”, αναφέρει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Jörg Krämer. “Αυτό θα δημιουργούσε την εντύπωση ότι το QE είναι όμοιο με το Outright Monetary Transactions (ΟΜΤ) -το σχέδιο της ΕΚΤ για αγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, το οποίο δεν υλοποιήθηκε ποτέ”, συνεχίζει ο Krämer.
Πάντως η αποστολή της ΕΚΤ, αναφέρει το Bloomberg, παραμένει ξεκάθαρη. Πρέπει να κρατά σταθερή την οικονομία της Ευρωζώνης και οι επικεφαλής της θα πρέπει να συνυπολογίζουν τα πάντα στις αποφάσεις τους, είτε πρόκειται για έναν σεισμό ή για εκλογές.
Από την πλευρά του, ο Martin Lück θεωρεί ότι αν τα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων γνωρίσουν ταχεία άνοδο τις επόμενες ημέρες, αν και ο ίδιος το θεωρεί απίθανο, “ο κ. Draghi ενδεχομένως να σκεφτόταν την ύπαρξη του ΟΜΤ”. Όμως για την ενεργοποίηση αυτού του προγράμματος, η Ιταλία θα έπρεπε επίσημα να στραφεί προς την ΕΕ, ζητώντας bail out.
Ακόμα και αν οι επιπτώσεις είναι βραχυπρόθεσμες, οι ιταλικές κάλπες σηματοδοτούν την έναρξη μιας πυκνής ευρωπαϊκής πολιτικής ατζέντας. Γερμανία, Γαλλία και Ολλανδία οδεύουν προς χρονιά εκλογών και σε καθεμία από αυτές τις χώρες οι λαϊκιστές βρίσκονται σε άνοδο.
Σύμφωνα με τον Alex Dryden, της J.P. Morgan, οι επενδυτές ανησυχούν ότι το ιταλικό δημοψήφισμα “σηματοδοτεί την έναρξη μια καταιγίδας που έρχεται στην Ευρώπη”, συμπληρώνοντας ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι ετοιμάζονται για αυτή την προοπτική.