Απόγευμα Σαββάτου στην Αριστοτέλους… τη γεμάτη φώτα, φωνές και χρώματα, ανθρώπους να περπατούν αμέριμνοι. Σ’ ένα από τα παγκάκια που πλαισιώνουν τη γιορτινή πλατεία, μια νεαρή προσφυγοπούλα κοιτάει τον κόσμο που περνάει και μια σκέψη έχει στοιχειώσει το μυαλό της… πότε θα μπορέσει κι αυτή να νιώσει την ίδια αίσθηση ελευθερίας που νιώθουν οι άνθρωποι που περνούν από δίπλα της.
“Ξέρετε, αυτό που θέλω κι εύχομαι για το 2017 είναι να πατήσω ξανά το restart στη ζωή μου. Να κάνω επανεκκίνηση”, λέει, όταν τη ρωτάμε τι θα ήθελε για το νέο χρόνο. “Κοντεύω σχεδόν έναν χρόνο εγκλωβισμένη στην Ελλάδα και παρ’ όλο που η ζωή μου πλέον είναι πολύ καλύτερη απ’ ό,τι στην Ειδομένη, αφού τώρα ζω σε διαμέρισμα, είναι σαν να έχει παγώσει ο χρόνος για μένα”, τονίζει.
Η Εμινέ ξεκίνησε από την Συρία για να πάει στη Γερμανία, όπου ζει, ο αρραβωνιαστικός της, αλλά τα κλειστά σύνορα την κράτησαν πίσω, ενώ και η προοπτική να βρεθεί μαζί του στην ίδια χώρα είναι δύσκολη, αφού τη Γερμανία επιλέγει η συντριπτική πλειονότητα των προσφύγων, όπως εξηγεί. “Αν ζητούσα κάτι από το νέο έτος, θα ήταν να ξυπνούσα ένα πρωί εκεί”, λέει, ενώ το βλέμμα της σκοτεινιάζει, όταν η κουβέντα πάει στη Συρία. “Θα έλεγα πως θέλω ειρήνη για την πατρίδα μου, αλλά θα ήταν απλώς μια μη πραγματοποιήσιμη ευχή”, τονίζει.
Η Εμινέ είναι μία από τους χιλιάδες πρόσφυγες που η ζωή τους έχει μπει στην …αναμονή, εδώ στην Ελλάδα. Κάποιοι άλλοι έχουν ήδη φτάσει στον προορισμό τους και από το νέο τους σπίτι “ξεδιπλώνουν” στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τα όνειρα και τις ευχές τους για το 2017.
Ο Μούσταφα αλ Χαμούντ θυμάται με θλίψη το λασπότοπο της Ειδομένης, όπου είχε “στριμώξει” τα όνειρά του σε μια μικρή σκηνή, περιμένοντας μάταια να ανοίξουν τα σύνορα και να συνεχίσει το ταξίδι του προς τη βόρεια Ευρώπη. Καθημερινά πήγαινε ως τη σιδερόφραχτη πύλη στα σύνορα Ελλάδας-ΠΓΔΜ, ζητώντας από τους αστυνομικούς της γειτονικής χώρας να του εξηγήσουν γιατί δεν μπορεί να φτάσει στον προορισμό του.
Λίγους μήνες αργότερα, η Ειδομένη θα εκκενωνόταν και ο Μούσταφα θα βρισκόταν στο κέντρο φιλοξενίας του Ωραιοκάστρου. Οι εβδομάδες περνούσαν και η υπομονή του μέρα με τη μέρα στέρευε. Ήταν τότε που αποφάσισε να μην περιμένει άλλο και μέσω διακινητών βρέθηκε στην Ολλανδία, όπου ζει σήμερα.
Όπως και οι περισσότεροι πρόσφυγες, που αναγκάστηκαν ν’ αφήσουν τα σπίτια και τις ζωές τους και να πάρουν το δύσκολο δρόμο της προσφυγιάς, έτσι και ο Μούσταφα το πρώτο πράγμα που εύχεται για τη νέα χρονιά είναι να σταματήσουν να ηχούν τα κανόνια του πολέμου. “Το 2017 εύχομαι πρώτα να σταματήσει ο πόλεμος στη Συρία και σε κάθε χώρα στον πλανήτη. Εύχομαι να μην χάσω κανέναν από τους συγγενείς ή τους φίλους μου μέσα στη λαίλαπα του πολέμου”, λέει και η φωνή του ξαφνικά βραχνιάζει, στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής.
Όσο για τον ίδιο προσωπικά; Εύχεται …”να έχω μια σταθερή ζωή, να είμαι με την οικογένειά μου και να βρω τη μία και μοναδική σύντροφο της ζωής μου!”.
Ο 25χρονος Σύρος, Φάντι Κιντάρ, δεν έζησε την περιπέτεια της Ειδομένης, αφού ήταν από τους τυχερούς που έκανε το μακρύ ταξίδι από την Συρία ως την Γερμανία, όταν ο λεγόμενος βαλκανικός διάδρομος ήταν ακόμη ανοιχτός. Από τον Ιούλιο του 2015 ζει στη Γερμανία -σήμερα στην πόλη Σόντρα, κοντά στο Κάσελ- κι από εκεί απευθύνει, μέσω του ΑΠΕ-ΜΠΕ, τη δική του έκκληση για ειρήνη στην πολύπαθη χώρα του.
“Ύστερα από έναν χρόνο και μερικούς μήνες στην Γερμανία και έξι χρόνια από τον πόλεμο στην πατρίδα μου, ύστερα από την πτώση μου και το θάνατο των ονείρων μου, αυτό που εύχομαι μόνο για τη νέα χρονιά, είναι να σταματήσει ο πόλεμος στην Συρία και σε όλο τον κόσμο”, λέει ο νεαρός Σύρος, ο οποίος δεν κρύβει τον θυμό του και για κάποια μέσα ενημέρωσης, τα οποία και καλεί “να σταματήσουν να λένε ψέματα και να αρχίσουν να δείχνουν μόνο την αλήθεια”.
Ο Φάντι εύχεται ακόμη: “να σταματήσουν οι άνθρωποι να προσποιούνται και να το ομολογήσουν, όταν κάνουν κάτι κακό” και “ο ρατσισμός να καταπολεμηθεί”.
Έχει, όμως, και μία ακόμη -προσωπική αυτή τη φορά- ευχή· να αποκτήσει το πολυπόθητο διαβατήριο που θα του επιτρέπει να ταξιδεύει χωρίς βίζα, “θα κάνει τους ανθρώπους να με σέβονται επειδή το έχω, χωρίς να με ρωτούν από πού είμαι, γιατί πάω κάπου ή αν είμαι με τον ISIS”.
Ο Χάσαν Χατίμπ είχε γίνει γνωστός ως “ο ζωγράφος της Ειδομένης”, αφού εγκλωβισμένος στα λίγα τετραγωνικά της σκηνής, που ζούσε μαζί με τη σύζυγό του και τα τρία τους παιδιά δεν σταμάτησε λεπτό να δημιουργεί, προσπαθώντας, όπως έλεγε, να δώσει χρώμα στο γκρίζο εκείνων των ημερών. Η γεμάτη ζωγραφιές σκηνή του χάθηκε μαζί με τις υπόλοιπες κατά την εκκένωση της Ειδομένης, αλλά όχι και οι ελπίδες της οικογένειας για μια καλύτερη ζωή. Λίγοι μήνες παραμονής στο σπίτι ενός ανθρώπου που “έσκυψε” πάνω από τα προβλήματά τους, σ’ ένα μικρό χωριό της Αριδαίας, και πολλή υπομονή ήταν αρκετά για να τους εξασφαλίσουν το “εισιτήριο” για μια νέα ζωή στη Φινλανδία, από όπου, σήμερα, στέλνει μήνυμα αισιοδοξίας για το μέλλον.
“Είμαι πολύ χαρούμενος που επιτέλους βλέπω τη ζωή μας να επιστρέφει σε μια κανονικότητα. Ζούμε σ’ ένα σπίτι και τα παιδιά μου πηγαίνουν σχολείο. Κι αυτό που εύχομαι για το 2017 -η μοναδική μου ευχή- είναι να έχει μια ασφαλή ζωή η οικογένειά μου, μακριά από τον πόλεμο και την καταστροφή και να μπορέσουν τα παιδιά μου να συνεχίσουν τις σπουδές τους και να γίνουν χρήσιμα και επιτυχημένα μέλη της νέας αυτής κοινωνίας στην οποία ζούμε πλέον”, λέει χαρακτηριστικά.
Σε λίγο διαφορετικό μήκος κύματος, ο 22χρονος Αμάρ από τη Συρία, βρέθηκε στη Βρετανία μέσω της γνωστής οδού των διακινητών, αφού και αυτός χρειάστηκε να βιώσει τη σκληρότητα των κλειστών συνόρων, στην Ειδομένη. Σήμερα, έχοντας υιοθετήσει στυλ Λονδρέζου, όπως λέει χαριτολογώντας, κάνει όνειρα για μια νέα ζωή, με πολλή πίστη στον εαυτό του και τις δυνάμεις του.
“Δεν θέλω η ευχή μου για το 2017 να σχετίζεται με τη χώρα μου ή τον πλανήτη γενικά, γιατί πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει, είτε μας αρέσει είτε όχι. Το μόνο που θέλω κι εύχομαι είναι να ξαναδώ σύντομα την οικογένειά μου και να μπορούσα να τους έβλεπα σε καθημερινή βάση. Εύχομαι, επίσης, να μπορέσω να γραφτώ σε κάποιο πανεπιστήμιο και να σπουδάσω τα πάντα γύρω από τη βιομηχανία της μόδας. Και να αποκτήσω και μία πραγματική δουλειά. Ύστερα απ’ όλα όσα πέρασα, χρειάζομαι μια φυσιολογική ζωή…”, λέει ο νεαρός Σύρος, με την αστική καταγωγή.