Πόσες είναι οι ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη γειτονική Βουλγαρία; Πόσες από αυτές «μετανάστευσαν» πραγματικά τα τελευταία χρόνια και εμφανίζουν παραγωγική ή εμπορική δραστηριότητα και δεν είναι εταιρείες-σφραγίδες που ιδρύθηκαν με μοναδικό σκοπό την αγορά αυτοκινήτου, ακινήτου κλπ.;
Αλλά και εταιρείες για να εισπράττονται αμοιβές στη γειτονική χώρα για δραστηριότητες που γίνονται στην Ελλάδα, είτε για να αποφεύγονται φορολογήσεις είτε να παρακάμπτονται τα capital controls κλπ. Ή για εταιρείες που στήνονται για να πραγματοποιούνται τριγωνικές συναλλαγές, με εισαγόμενα προϊόντα από τρίτες χώρες με τελικό αποδέκτη την Ελλάδα, είτε με την επιδίωξη υπερτιμολογήσεων, είτε για την πληρωμή αρκετά μικρότερων φόρων (10% αντί του 29% στην Ελλάδα);
Σ’ όλα τα παραπάνω υπάρχει συχνά ένα θολό τοπίο, ενώ τα όποια στοιχεία και διογκώνονται ή μικραίνουν ανάλογα, με επιδίωξη να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες.
Νούμερα της τάξης των 50-60.000 ελληνικών επιχειρήσεων στη Βουλγαρία, που έχουν ακουστεί τα τελευταία χρόνια ανήκουν στη χωρία των μυθευμάτων, μπερδεύοντας ίσως λανθασμένα ή σκόπιμα αυτά με τον αριθμό των τραπεζικών λογαριασμών που άνοιξαν Ελληνες στις τράπεζες της γειτονικής χώρας από την επιβολή των capital controls στις 29 Ιουνίου 2015 μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με στοιχεία της βουλγαρικής υπηρεσίας Εμπορικού Μητρώου και εκτιμήσεις της βάσης νομικών και εμπορικού ενδιαφέροντος δεδομένων CIELA, οι εγγεγραμμένες και (τυπικά) ενεργές εταιρείες με ελληνική συμμετοχή ανέρχονταν στο πρώτο 4μηνο του 2016 σε περίπου 15.000.
Στα τέλη του 2015 υπολογίζονταν σε 13.500, ενώ στα τέλη του 2013 ήταν γύρω στις 9.000. Τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από την πιο τελευταία έκθεση (στα τέλη Δεκεμβρίου του 2016) του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στη Σόφια. Σύμφωνα με τον επικεφαλής του γραφείου ΟΕΥ στη Σόφια, Γιώργο Κουτσοδήμο, η εκτίμηση είναι ότι τα τελευταία χρόνια της κρίσης κατά μέσον όρο ιδρύονται στη Βουλγαρία από Ελληνες περί τις 2.500 εταιρείες τον χρόνο. Ετσι το νούμερο για τα τέλη του 2016 -κατ’ εκτίμηση- είναι της τάξης των 16.500.
Ενα στοιχείο που προσφέρεται για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με τον χαρακτήρα των εταιρειών είναι τα επίσημα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Βουλγαρίας. Παρά την αριθμητική έκρηξη δεν σημειώθηκε αντίστοιχη αύξηση των συνολικών ελληνικών επενδύσεων. Αντιθέτως, σε επίπεδο ροών καταγράφεται στασιμότητα και σε επίπεδο αποθεμάτων μικρή μείωση.
Στα τέλη του 2012 το ύψος τους ανερχόταν στα 2,72 δισ., το 2013 στα 2,578 δισ., το 2014 σε 2,396 δισ. και στα τέλη του 2015 σε 2,389 δισ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ύστερα από πολλά χρόνια η Ελλάδα υποχώρησε και στη γενική κατάταξη των ξένων επενδυτών στη Βουλγαρία και βρέθηκε στην τέταρτη θέση (από την τρίτη που παραδοσιακά κατείχε), μετά από Αυστρία, Ολλανδία και Γερμανία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Invest Bulgaria (κρατικής υπηρεσίας προσέλκυσης επενδύσεων), οι επενδύσεις ελληνικών συμφερόντων είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερες. Αλλά αυτό έχει να κάνει με ένα σημαντικό μέρος εισροών κεφαλαίων ελληνικών επιχειρήσεων από το Λουξεμβούργο, την Κύπρο και την Ολλανδία, που βρίσκονται στη γειτονική χώρα εδώ και χρόνια. Ενδιαφέρον έχει και η γεωγραφική κατανομή των ελληνικών εταιρειών. Περί τις 5.900 είναι εγκατεστημένες στη Σόφια, όμως ο μεγαλύτερος αριθμός τους εμφανίζεται κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα στην περιφέρεια Μπλαγκόεβγκραντ με 7.000 εταιρείες. Στη συγκεκριμένη περιφέρεια, την πόλη του Πετρίτσι, φέρεται να έχουν έδρα 3.500 εταιρείες και στο Σαντάνσκι άλλες 1.900.
Η περιφέρεια του Πλόβντιβ (Φιλιππούπολη), έχει περίπου 1.000, το Χάσκοβο 350, το Μπουργκάς και η Βάρνα από περίπου 200, το Σμόλιαν 100 και το Κάρτζαλι 85.
Τα στοιχεία
Διάσταση υπάρχει και στα στοιχεία για τον αριθμό των Βούλγαρων εργαζομένων επίσημα στις ελληνικές εταιρείες. Τα στοιχεία της Βουλγαρίας τους ανεβάζουν σε 53-55.000 ενώ άλλοι 2.000 είναι Ελληνες, ενώ εκπρόσωποι των Ελλήνων επιχειρηματιών κάνουν λόγο για πάνω από 90.000.
Η εκφρασμένη πρόθεση της κυβέρνησης να ελέγξει με πολλαπλούς τρόπους τις ελληνικές εταιρείες και κυρίως τους επιχειρηματίες που φέρονται να δραστηριοποιούνται στη Βουλγαρία σε θολό τοπίο, δεν βρίσκει κατ’ αρχήν αντίθετους τους εκπροσώπους των επισήμων οργάνων των επιχειρηματιών. Οπως μας είπε ο πρόεδρος του Ελληνοβουλγαρικού Επιμελητηρίου Βορείου Ελλάδος, Χρήστος Καζαντζής, βρίσκονται σε διάλογο εδώ και καιρό με την κυβέρνηση για το νέο θεσμικό πλαίσιο που ετοιμάζει, επιδιώκοντας να στηριχθεί το υγιές επιχειρείν από τις αρπαχτές κάποιων. Παράλληλα όμως επισημαίνει ότι δεν πρέπει να στοχοποιούνται οι υγιείς επιχειρηματίες, που δραστηριοποιούνται και λειτουργούν νόμιμα, στο πλαίσιο του κοινοτικού κεκτημένου, σε ένα κράτος της ΕΕ, επιχειρώντας να αξιοποιήσουν μέσα στην κρίση τα όποια συγκριτικά πλεονεκτήματα προσφέρει η γειτονική χώρα.
ΥΠΟΙΚ: Βάζει φρένο στις εταιρείες-σφραγίδες
Στα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα της Βουλγαρίας και της Κύπρου αναζητούν καταφύγιο πολλοί Ελληνες επιχειρηματίες για να γλιτώσουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Το φαινόμενο έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, όπως και η νομότυπη φοροδιαφυγή που συντελείται με όχημα εταιρείες -εικονικές ή πραγματικές- που αποκτούν έδρα σε γειτονικές χώρες.
Το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί τώρα να βάλει «φρένο» σε εικονικές μεταφορές έδρας επιστρατεύοντας εντατικούς φορολογικούς ελέγχους και διασταυρώσεις φορολογικών στοιχείων. Παράλληλα ετοιμάζει νομοθετική ρύθμιση που θα καθορίζει αυστηρότερο θεσμικό πλαίσιο και υψηλά πρόστιμα για τους παραβάτες.
Εικονικά γραφεία
Οι ελληνικές επιχειρήσεις που «φεύγουν» από την Ελλάδα και ανοίγουν εικονικά σε γειτονικές χώρες γραφεία προκειμένου να ευνοηθούν από τους χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές βρίσκονται στο στόχαστρο των φορολογικών Αρχών, που σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτο παρακολουθούν με ιδιαίτερη προσοχή το φαινόμενο.
Σύμφωνα με τον υπουργό, σημαντικό μέρος της «μετανάστευσης» επιχειρήσεων αφορά πλασματικές μεταφορές, καθώς οι επιχειρηματικές δραστηριότητες παραμένουν στην Ελλάδα και δεν υφίστανται αλλαγές όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τη διοίκηση. Πρόκειται για μη νόμιμες επιχειρηματικές πρακτικές που αποσκοπούν σε υπαγωγή σε ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς και εκμεταλλεύονται με καταχρηστικό τρόπο τις ελευθερίες που παρέχει το δίκαιο της EE.
Πηγή: Έθνος