Για διπλασιασμό των εξαγωγών τυποποιημένου ελαιολάδου κάνει λόγο, μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο FM 104,9”, o Γιώργος Οικονόμου, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Βιομηχανιών και Τυποπoιητών Ελαιολάδου (ΕΣΒΙΤΕ). “Από τους 10.000 με 15.000 τόνους, που ήταν η εξαγωγή τυποποιημένου ελαιολάδου μέχρι πριν από λίγα χρόνια, έχουμε αυτή τη στιγμή φτάσει τους 35.000 και πλησιάζουμε τους 40.000 τόνους” σημειώνει ο κ.Οικονόμου, επισημαίνοντας πως πρόκειται για μια σημαντική αύξηση ενώ επόμενος στόχος είναι οι 50.000 εξαγωγών τυποποιημένου ελαιολάδου κάτι που οι Έλληνες τυποπoιητές ελπίζουν να φτάσουν “πολύ σύντομα”.
Ταυτόχρονα, ο κ. Οικονόμου εκτιμά πως το 2017 θα είναι μια χρονιά με αυξημένη παραγωγή, με τις προοπτικές να φαίνονται “πάρα πολύ καλές (αφού) το κρύο και η παγωνιά, ακόμη και το χιόνι σε κάποιες ελαιοπαραγωγικές περιοχές είναι θετικά στοιχεία και βοηθούν στην ελαιοπαραγωγή”. Έτσι η τρέχουσα χρονιά “αναμένεται να είναι μια χρονιά με καλή σοδειά”, κάτι που θα βοηθήσει οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί “να συμπληρώσουν το εισόδημα που απώλεσαν φέτος” σημειώνει ο κ.Οικονόμου.
Το 2016 μια χρονιά με περιορισμένη παραγωγή, αλλά υψηλές τιμές διάθεσης
Σύμφωνα με τον κ. Οικονόμου, το 2016 ήταν μια από τις χειρότερες χρονιές της τελευταίας τριακονταετίας από άποψη όγκου παραγωγής: “κάθε χρόνο η παραγωγή (ελληνικού) ελαιολάδου ανέρχεται στους 280 με 300 χιλιάδες τόνους, επίπεδο που μας κατατάσσει στην τρίτη θέση παγκοσμίως. Το 2016 δεν ήταν καλή χρονιά και είμαστε στους 190 με 200 χιλιάδες τόνους, κάτι που προήλθε από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες στην ανθοφορία την προηγούμενη παραγωγική περίοδο, λόγω της αυξημένης ζέστης και του καύσωνα. Κατά τον κ.Οικονόμου, το φαινόμενο αυτό είναι συνηθισμένο στην αγροτική παραγωγή, περιγράφεται δε από τους καλλιεργητές και ως “παρενιαυτοφορία”.
Οι συγκεκριμένες δυσμενείς καιρικές συνθήκες επηρέασαν και τους Έλληνες παραγωγούς, αλλά και τη γειτονική Ιταλία, κάτι που είχε αντίστροφη επίδραση στις τιμές παραγωγού: “Ο Έλληνας παραγωγός είχε μεν μικρότερο όγκο παραγωγής, αλλά καρπώθηκε μια τιμή που έχει πλησιάσει αυτή τη στιγμή το επίπεδο των τεσσάρων ευρώ το κιλό, (όταν) τα προηγούμενα χρόνια κινούμασταν σε ένα επίπεδο της τάξης των τριών με 3,10 ευρώ το κιλό” σημειώνει ο κ. Οικονόμου, ενώ δεν παραλείπει να τονίσει πως τα τελευταία χρόνια στη συνείδηση του καταναλωτή διεθνώς και ειδικά σε ανεπτυγμένες αγορές όπως των ΗΠΑ, αλλά και σε ανερχόμενες, όπως της Κίνας και της Ρωσίας, το ελαιόλαδο “κερδίζει πόντους καθώς αλλεπάλληλες έρευνες έχουν τονίσει τη διαθρεπτική του αξία και τη συμβολή του στη διατροφή” και ταυτόχρονα αποκτά μια θέση ως “συστατικό της κουζίνας (…) μέρος των διαθρεπτικών συνηθειών κάθε λαού και κάθε καταναλωτή”.