Σήμα SOS εκπέμπει η ελληνική κτηνοτροφία, καθώς έχει ξεπεράσει τα όρια της παραγωγικής της επιβίωσης. Παρότι όμως ο κλάδος αυτός που έχει ιδιαίτερη σημασία για την αγροτική οικονομία αντιμετωπίζει ουσιαστικό πρόβλημα επιβίωσης, μπορεί να καταστεί «ατμομηχανή» της ελληνικής γεωργίας, δεδομένου ότι απορροφά το 1/3 της φυτικής παραγωγής.
Η απουσία εθνικής στρατηγικής, η αδυναμία επίλυσης χρόνιων προβλημάτων του κλάδου (αδειοδότηση στάβλων, έλλειψη εθνικού σχεδίου γενετικής βελτίωσης, διαχείριση βοσκοτόπων, κ.ά.), οι εφαρμοζόμενες μνημονιακές πολιτικές, η υπερφορολόγηση, η υπερχρέωση και η έλλειψη ρευστότητας έχουν οδηγήσει τον κλάδο σε διαρκή συρρίκνωση.
Μειώνεται η κτηνοτροφική παραγωγή, μειώνεται το ζωικό κεφάλαιο, λιγοστεύει το ανθρώπινο δυναμικό και επιβαρύνεται το εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο κατά 1,8 δισ. €.
Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα είναι η μειωμένη ανταγωνιστικότητα του τομέα (που προκαλεί μείωση του εισοδήματος των κτηνοτρόφων), γεγονός το οποίο οφείλεται κυρίως στο υψηλό κόστος παραγωγής και στη χαμηλή τιμή πώλησης των παραγόμενων προϊόντων.
Πρόκειται για έναν σημαντικό κλάδο της οικονομίας που παράγει εξαιρετικά ποιοτικά προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας, πολλά από οποία είναι ΠΟΠ με κυριότερα το τυρί φέτα (ΠΟΠ). Με την κτηνοτροφία απασχολούνται περίπου 500.000 άτομα στη χώρα μας και χιλιάδες επιχειρήσεις, κυρίως μικρομεσαίες, δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση, στο εμπόριο, στις μεταφορές και εξαρτώνται από την κτηνοτροφική παραγωγή.
Μέτρα
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, Παναγιώτης Πεβερέτος, μιλώντας στο «Eθνος» υπογραμμίζει την ανάγκη υιοθέτησης πολιτικών εξόδου του κλάδου από την κρίση και αναλύει τους άξονες στρατηγικής όχι μόνο για την επιβίωση αλλά και την εδραίωση της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Aξονες άμεσης στρατηγικής για την επιβίωση της κτηνοτροφίας:
• Μείωση των ιδιαίτερα υψηλών φορολογικών επιβαρύνσεων και ιδιαίτερα του ΦΠΑ στα ζώντα ζώα και στις χονδροειδείς ζωοτροφές από 24% στο 13%, με προοπτική να πάει στο 8%. Απαλλαγή των παραγωγικών μας ακίνητων (στάβλοι, αποθήκες, χωράφια) από κάθε φόρο, συμπεριλαμβανομένου και του ΕΝΦΙΑ και ιδιαίτερα του συμπληρωματικού φόρου.
• Γενναία ρύθμιση των κτηνοτροφικών χρεών με διαγραφή ενός ποσοστού του κεφαλαίου και του συνόλου των τόκων. Αποπληρωμή του υπολοίπου με ρύθμιση για τουλάχιστον 20 χρόνια με χαμηλό επιτόκιο. Τα τρία πρώτα χρόνια πληρωμή μόνο των τόκων.
• Εξασφάλιση ρευστότητας για τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις με χαμηλότοκα δάνεια.
• Μείωση του συντελεστή φόρου εισοδήματος αγροτών-κτηνοτρόφων.
• Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
• Χτύπημα των ελληνοποιήσεων, υιοθετώντας την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος ιχνηλασιμότητας «από τον στάβλο στο πιάτο» σε εθνικό επίπεδο, από το οποίο, πέραν της ιχνηλάτησης των ζώων και των παραγώγων τους, θα μπορεί να προκύψει ένα αξιόπιστο σύστημα παρακολούθησης των ισοζυγίων γάλακτος και κρέατος.
• Ανάμεσα στις βασικές παραμέτρους που συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής κτηνοτροφίας είναι ο τομέας των βοσκοτόπων. Για να υπάρξει μόνιμη και ολοκληρωμένη λύση στο θέμα αυτό, προϋπόθεση αποτελεί η σύνταξη των διαχειριστικών σχεδίων βόσκησης, σύμφωνα με τις ανάγκες της χώρας και του κλάδου. Πέραν βέβαια των επιλέξιμων βοσκοτόπων που διασφαλίζουν τις επιδοτήσεις, θα πρέπει να δοθούν στους κτηνοτρόφους και επιπλέον βοσκότοποι.
• Οριστική επίλυση του ζητήματος της αδειοδότησης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων της χώρας, με απλοποίηση των διαδικασιών έκδοσης και άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων.
Αξονες μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την εδραίωση της κτηνοτροφίας:
• Αύξηση της ανταγωνιστικότητας του τομέα: Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα οφείλεται κυρίως στο υψηλό κόστος παραγωγής, στη χαμηλή τιμή πώλησης των παραγόμενων προϊόντων και στην αδυναμία ανάδειξης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους.
• Μείωση του υψηλού κόστους των εισροών και κυρίως των βασικών συντελεστών διαμόρφωσής του, δηλαδή των ζωοτροφών και της ενέργειας. Θα πρέπει να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η νέα πρόταση του ΥΠΑΑΤ για τις συνδεδεμένες ενισχύσεις που θα ισχύσουν από το τρέχον έτος, να ενεργοποιηθούν επενδυτικά σχέδια, στα πρότυπα των «Μικρών Σχεδίων Βελτίωσης», προϋπολογισμού έως 100.000 ευρώ για κτηνοτρόφους που παράγουν οι ίδιοι ζωοτροφές καθώς και άλλα διαθέσιμα μέτρα (με έμφαση στην αξιοποίηση υποπροϊόντων, παραπροϊόντων, αξιοποίηση βοσκοτόπων).
Για τη μείωση του κόστους ενέργειας είναι απαραίτητο να αξιοποιηθούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως για παράδειγμα η παραγωγή ενέργειας με εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες των στάβλων ή με μικρές ανεμογεννήτριες με σκοπό την ιδιοκατανάλωση.
• Δημιουργία τράπεζας γενετικού υλικού ντόπιων φυλών αγροτικών ζώων (αιγοπροβάτων, αγελάδων κ.ά.).
Πηγή: Έθνος