Η διαφαινόμενη ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος σε συνδυασμό με την επικύρωση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος του προηγούμενου έτους από την Eurostat επηρεάζει σταδιακά το κλίμα εμπιστοσύνης, σχολιάζει η Alpha Bank που εκφράζει,όμως,ανησυχία για την ελάττωση της φοροδοτικής ικανότητας νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Όπως αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο:
• Σημαντική άνοδος του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία και ιδιαίτερα στις υπηρεσίες, εξέλιξη που συνδέεται με την επίτευξη της συμφωνίας στη Σύνοδο Κορυφής στη Μάλτα και τις βελτιωμένες προσδοκίες για την εφετινή χρονιά στον τουρισμό.
Ειδικότερα, θετική εξέλιξη αποτελεί η βελτίωση των προσδοκιών στη βιομηχανία στις -5,6 μονάδες τον Απρίλιο (Μάρτιος 2017: -6,7), ενώ παράλληλα, μικρή βελτίωση σημειώθηκε και στον δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών ΡΜΙ της Markit (Απρίλιος 2017: 48,2, Μάρτιος 2017: 46,7), που συνεχίζει, ωστόσο, να διαμορφώνεται κάτω από το σημείο μηδενικής μεταβολής της μεταποιητικής παραγωγής των 50 μονάδων.
• Συμπίεση του περιθωρίου αποδόσεων των ελληνικών από τα γερμανικά ομόλογα εντός του Απριλίου σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα από εκείνα μετά τον ανασχηματισμό του περασμένου φθινοπώρου καθώς και της συμφωνίας για την πρώτη αξιολόγηση τον περασμένο Ιούνιο (Γράφημα 2).
• Ανοδική κίνηση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο υψηλότερο επίπεδο μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων.
Η θετική επίδραση του βελτιωμένου οικονομικού κλίματος και των υψηλότερων προσδοκιών για τα έσοδα από τη φετινή τουριστική χρονιά ενισχύει την προοπτική για άνοδο της επενδυτικής δαπάνης στη χώρα. Η προοπτική αυτή, ωστόσο, μετριάζεται σημαντικά από το μείγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής που στηρίζεται υπερβολικά στις φορολογικές επιβαρύνσεις, σημειώνει η τράπεζα. Η συνεπακόλουθη ελάττωση της φοροδοτικής ικανότητας νοικοκυριών και επιχειρήσεων αποδυναμώνει την αξιοπιστία του στόχου για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% που θέτει το πρόγραμμα στα επόμενα χρόνια. Ως αποτέλεσμα, καθίσταται καθοριστικής σημασίας η άμεση εξειδίκευση ισχυρότερων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού δημοσίου χρέους ώστε να μην εμφανιστεί η ανάγκη κάλυψης χρηματοδοτικών κενών εξαιτίας αποκλίσεων από τους δημοσιονομικούς στόχους.
Παράλληλα, η επαρκής εξειδίκευση των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, ανεξαρτήτως του χρόνου υλοποίησής τους, θα διευκολύνει τη συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και θα ενισχύσει το αξιόχρεο της χώρας διαμορφώνοντας τις συνθήκες για μία διατηρήσιμη έξοδο στις αγορές.
Ενθαρρυντικό στοιχείο πάντως για την αξιοπιστία των δημοσιονομικών στόχων της χώρας είναι η συνεχιζόμενη κατά το πρώτο τετράμηνο του 2017 αύξηση της αξίας των ηλεκτρονικών συναλλαγών κατά 22%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι (εκτιμήσεις Cardlink). Η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών αντισταθμίζει σημαντικά τα αυξημένα κίνητρα για φοροδιαφυγή και παραοικονομία – που δημιουργούν οι υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις και ασφαλιστικές εισφορές – επειδή ενισχύει την αποτελεσματικότητα των φοροελεγκτικών μηχανισμών.
Η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών αντανακλάται εν μέρει στην εξέλιξη του δείκτη όγκου των λιανικών πωλήσεων, ο οποίος σημείωσε αύξηση κατά 4,6% σε ετήσια βάση στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2017, έναντι πτώσης κατά 4,3% το αντίστοιχο διάστημα του 2016.
Ειδικότερα, επισημαίνεται η αύξηση του δείκτη όγκου λιανικών πωλήσεων στην κατηγορία «καταστήματα ειδών διατροφής» κατά 4,9% σε ετήσια βάση στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2017 (-3,7% στο δίμηνο του 2016) και παράλληλα η αύξηση της χρήσης ηλεκτρονικών καρτών κυρίως στον κλάδο των τροφίμων που ανήλθε στο 281% στο πρώτο τετράμηνο του έτους.