«Ναι μεν αλλά» λέει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο ενδεχόμενο χαλάρωσης των δημοσιονομικών στόχων του Συμφώνου Σταθερότητας για ευρωπαϊκές χώρες που σηκώνουν το βάρος της προσφυγικής κρίσης, καθώς τονίζει ότι οποιαδήποτε χαλάρωση θα πρέπει να είναι «προσωρινή», με αυστηρά κριτήρια και μόνο στο πλαίσιο της «ευελιξίας» που ήδη προβλέπει το Σύμφωνο.
Πιο συγκεκριμένα, στην έκθεση του ΔΝΤ που παρουσίασε η επικεφαλής του Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, υπάρχει η παραδοχή ότι το μέγεθος της προσφυγικής κρίσης απαιτεί αυξημένες δημόσιες δαπάνες σε ορισμένα μέλη της Ε.Ε., διευκρινίζει ό,ως ότι η δημοσιονομική χαλάρωση θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο αφού ταυτοποιηθούν με διαφάνεια τα πραγματικά έξοδα των κρατών-μελών για τις ανάγκες των προσφύγων.
Στην έκθεση δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στους δημοσιονομικούς στόχους της Ελλάδας. Το ΔΝΤ επισημαίνει πάντως ότι στην αξιολόγηση του κάθε κράτους η Κομισιόν θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της ότι η «σύνθεση των δαπανών» μπορεί να είναι πολύ διαφορετική ανάμεσα στις χώρες διέλευσης – όπως η χώρα μας – και σε χώρες εγκατάστασης, όπως η Γερμανία ή η Σουηδία, οι οποίες έχουν στεγάσει περίπου 1,2 εκατ. αφιχθέντες.
Σκοπός της έκθεσης του ΔΝΤ είναι η διερεύνηση των οικονομικών επιπτώσεων από τις αθρόες εισροές προσφύγων και μεταναστών σε κάθε χώρα της ΕΕ.
Όπως αναφέρει, σε πρώτη φάση ο όγκος των αφίξεων θα έχει θετική, αλλά μικρή επίδραση στο ΑΕΠ των περισσότερων χωρών, καθώς οι αυξημένες κρατικές δαπάνες για την υποδοχή των προσφύγων θα προκαλέσουν αύξηση στη ζήτηση και στην κατανάλωση.
Μεσομακροπρόθεσμα όμως, οι μακροοικονομικές συνέπειες εξαρτώνται σχεδόν εξολοκλήρου από τον βαθμό στον οποίο το κάθε κράτος μέλος θα πετύχει την ενσωμάτωση των προσφύγων στο εργατικό δυναμικό του.