Όλα άρχισαν τον Ιούλιο του 2014, όταν ο ντε Μιστούρα, 68 χρονών τότε και πρόξενος της Σουηδίας στο ειδυλλιακό Κάπρι της Ιταλίας, δέχθηκε ένα τηλεφώνημα και μία θερμή παράκληση από τον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Μπαν Κι Μουν: να προσφέρει τις υπηρεσίες του για μία τελευταία φορά στον διεθνή οργανισμό και να διαμεσολαβήσει για να τερματιστεί ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Για να μπει τέλος στις δολοφονίες και στους θανάτους αμάχων από τον πόλεμο, αλλά και την ασιτία. «Υπήρχε σε όλους μία αίσθηση, ότι ʻφτάνει πιαʼ» θυμάται ο ντε Μιστούρα.
Έτσι αποδέχθηκε τη μεγάλη πρόκληση ο ικανός διαμεσολαβητής με εμπειρία 42 ετών στο διπλωματικό σώμα, ο οποίος έχει σουηδική, αλλά και ιταλική υπηκοότητα, ενώ διαθέτει βιογραφικό πλούσιο σε δύσκολες αποστολές: στα Βαλκάνια, στην Αφρική, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν. Ο ντε Μιστούρα ήταν ο άνθρωπος που είχε πείσει ιδιωτικές αεροπορικές εταιρίες να μεταφέρουν δωρεάν τρόφιμα στην Καμπούλ, είχε «αξιοποιήσει» λαθρέμπορους για να προμηθεύσουν το πολιορκημένο Σεράγεβο με τρόφιμα και φάρμακα, είχε νοικιάσει καμήλες για να μεταφέρει εμβόλια σε απομονωμένα χωριά στο Σουδάν. Επομένως, μάλλον ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για τη Συρία και γενικότερα γι αυτό που στα Ηνωμένα Έθνη ονομάζουν mission impossible, δηλαδή «αποστολή ανέφικτη». Ο ίδιος αστειεύεται με τον τίτλο της γνωστής ταινίας, λέγοντας: «Θυμάστε αυτό που έλεγαν mission impossible; Να δούμε, ίσως καταφέρουμε να κάνουμε τη Συρία mission possible».
Τρίτη και …φαρμακερή προσπάθεια διαμεσολάβησης
Αυτοσαρκαζόμενος, ο ντε Μιστούρα λέει για τον εαυτό του ότι πάσχει από «χρόνια αισιοδοξία». Πρόκειται για μία ιδιότητα απολύτως απαραίτητη όταν αναλαμβάνει κανείς μία αποστολή, στην οποία είχαν αποτύχει προηγουμένως δύο από τους πιο ικανούς διπλωμάτες που έχουν προσφέρει υπηρεσίες στα Ηνωμένα Έθνη: ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Αλγερίας Λακντάρ Μπραχίμι, αλλά και ο πρώην γενικός γραμματέας του διεθνούς οργανισμού Κόφι Ανάν. Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος κατάφεραν να τερματίσουν έναν πόλεμο, τον οποίο προφανώς εξακολουθούν να πιστεύουν ότι θα κερδίσουν όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτόν: το καθεστώς του Άσαντ, οι αντάρτες, οι ισλαμιστές, οι Κούρδοι.
Ο ίδιος ο ντε Μιστούρα δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι «τη λύση δεν θα τη φέρουν τα όπλα, αλλά ο διάλογος». Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται μέρα με τη μέρα, στη δημοσιότητα αλλά και στα παρασκήνια. Οι επικριτές του θεωρούν ότι ο ντε Μιστούρα είναι απλώς «αφελής». Ο ίδιος αντιπαρέρχεται τις αιτιάσεις με ψύχραιμο χαμόγελο, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχει μάλλον χάσει πλέον τον λογαριασμό στην προσπάθειά του να διαμεσολαβήσει για τη Συρία και να συγκεντρώσει σε ένα τραπέζι τους εκπροσώπους της αντιπολίτευσης. «Μαντέψτε με πόσους διαπραγματευτές έχω μιλήσει μέχρι σήμερα: με 18» λέει ο ίδιος, κάνοντας τον απολογισμό του στους δημοσιογράφους.
Προσωπικό ενδιαφέρον για τους πρόσφυγες
Όμως ο ντε Μιστούρα αισθάνεται ότι η υπόθεση τον αφορά, ίσως και λόγω προσωπικής εμπειρίας. Ο πατέρας του, Ιταλός με καταγωγή από τη σημερινή Δαλματία, ήταν και εκείνος πρόσφυγας και άπατρις μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στα 10 του χρόνια ο μικρός Στάφαν είχε καταλάβει τι σημαίνει να γίνεσαι πρόσφυγας και να χάνεις την αξιοπρέπειά σου. Σήμερα ο 70χρονος διπλωμάτης θέλει να βοηθήσει τους πρόσφυγες στη Συρία να ξαναβρούν τη δική τους αξιοπρέπεια.
Πηγή: Deutshe Welle