Σωστή απόφαση θα θεωρούσε ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών Μίχαελ Ροτ την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με Αλβανία και ΠΓΔΜ τον Ιούνιο του 2019. Ιστορική η ευθύνη των Σκοπίων στο θέμα του ονόματος, λέει ο ίδιος.
Συνέντευξη στη DW παραχώρησε o υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Μίχαελ Ροτ, αναφορικά με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την ΠΓΔΜ και την Αλβανία, οι οποίες σύμφωνα με την Κομισιόν αναμένεται να ξεκινήσουν πιθανώς τον Ιούνιο του 2019, μετά τις επόμενες ευρωεκλογές. Ωστόσο η απόφαση αυτή διχάζει τις πολιτικές δυνάμεις στις δύο χώρες. Τόσο στην Αλβανία όσο και στην ΠΓΔΜ η κυβέρνηση την αποτιμά θετικά ενώ η αντιπολίτευση αρνητικά.
«Η Αλβανία και η ‘Μακεδονία’ έχουν καταφέρει ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ΕΕ. Γι αυτό θα πρέπει οι Βορειομακεδόνες και Αλβανοί φίλοι μας να είναι περήφανοι. Έχουν επιτύχει πολλά, έχουν πραγματοποιήσει πολλές μεταρρυθμίσεις, αλλά φυσικά υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν ακόμη. Η γέφυρα που χτίσαμε τώρα ως τον ερχόμενο Ιούνιο θα πρέπει να είναι τόσο ισχυρή ώστε και οι δύο χώρες να μπορέσουν να τη χρησιμοποιήσουν για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ» δήλωσε στη DW o Mίχαελ Ροτ.
Ενταξιακές διαπραγματεύσεις έναντι διευκολύνσεων στο προσφυγικό
Πώς όμως εξηγεί ο Γερμανός υφυπουργός τις ενστάσεις που προέβαλαν η Γαλλία και η Ολλανδία στην άμεση έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων;
«Υπάρχει ένα επιχείρημα» αναφέρει ο ίδιος «αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με τα Τίρανα ή τα Σκόπια». Όπως επισημαίνει, το επιχείρημα της Γαλλίας και της Ολλανδίας έχει να κάνει με το γεγονός ότι η ΕΕ βρίσκεται εν μέσω κρίσεων κι έτσι σε αυτό το πλαίσιο παραμένει αμφίβολο κατά πόσο έχει νόημα να επενδυθεί ενέργεια στην έναρξη νέων ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
«Το επιχείρημα αυτό δεν με πείθει, γιατί είμαι πεπεισμένος ότι είναι προς το συμφέρον όλης της ΕΕ τα Δυτικά Βαλκάνια να παραμείνουν ή να γίνουν δημοκρατικά, σταθερά, να σέβονται το κράτος δικαίου», ανέφερε ο Μ. Ροτ χαρακτηριστικά. Ωστόσο, όπως δήλωσε, υπάρχουν σίγουρα ακόμη κράτη-μέλη της ΕΕ που διατηρούν αμφιβολίες για το κατά πόσο οι μεταρρυθμίσεις που γίνονται σε Αλβανία και ΠΓΔΜ είναι επαρκείς, κυρίως αναφορικά με την πάταξη της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και την εμπέδωση θεμελιωδών αρχών, όπως της αρχής του κράτους δικαίου.
Στο πεδίο του προσφυγικού και ειδικότερα αναφορικά με το σενάριο ενός «ντιλ» μεταξύ ΕΕ και Δυτικών Βαλκανίων, ο Μίχαελ Ροτ αναφέρει ότι «δεν υπάρχει άνιση συμφωνία μεταξύ ΕΕ και των δύο χωρών (σσ: της Αλβανίας και της ΠΓΔΜ). Αναγνωρίζουμε ότι τα Δυτικά Βαλκάνια έχουν προσφέρει πολλά για την υποδοχή προσφύγων.» Στη συνέχεια ο Γερμανός υφυπουργός έσπευσε να τονίσει ότι «δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ τη ευρωπαϊκής διεύρυνσης και της ετοιμότητας για υποδοχή προσφύγων. Εναπόκειται στην ελεύθερη και κυρίαρχη βούληση αυτών των δύο κρατών και θεωρώ πολύ άδικο να τους ασκείται πίεση. Το ένα θέμα δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το άλλο».
Ροτ: «Κλειδί» για ΕΕ και ΝΑΤΟ η τήρηση της συμφωνίας για το ονοματολογικό
Τέλος, αναφορικά με το ονοματολογικό ζήτημα μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων, τα εμπόδια που θέτει ο πρόεδρος της ΠΓΔΜ ως προς την επικύρωσή της συμφωνίας, αλλά και το ενδεχόμενο αρνητικών εξελίξεων μέχρι το Σεπτέμβριο ενόψει του εκεί δημοψηφίσματος, ο κ. Ροτ αναφέρει: «Μπορώ μόνο να κάνω έκκληση σε όλους τους ιθύνοντες στα Σκόπια να ανταποκριθούν στις ιστορικές τους ευθύνες. Ίσως να μην γνωρίζουν όλοι ποιο είναι το διακύβευμα. Μπορώ να κατανοήσω φυσικά πόσο επώδυνος μπορεί να είναι αυτός ο συμβιβασμός για κάποιους, αλλά είναι το κλειδί που ανοίγει την πόρτα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Είναι ένα κλειδί, που ανοίγει την πόρτα για τη διαρκή ειρήνη και τη συμφιλίωση στην περιοχή και έχω την εντύπωση ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στην περιοχή το έχουν καταλάβει αυτό. Προφανώς, πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό και σε εμάς ότι τα Δυτικά Βαλκάνια αξίζουν περισσότερη προσοχή, διότι η σταθερότητα και η δημοκρατία στην περιοχή πρέπει να βρίσκονται στις προτεραιότητες της ΕΕ και δεν θα πρέπει να μείνει πολιτικό κενό στο πεδίο αυτό».