Eξι θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας, στην 56η από την 50ή μεταξύ 61 χωρών, υποχώρησε η Ελλάδα το 2015.
Η δίνη στην οποία βρέθηκε η ελληνική οικονομία τη χρονιά που πέρασε, με την επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και την πιστωτική ασφυξία επανέφεραν την έλλειψη εμπιστοσύνης τόσο στην εθνική οικονομία όσο και στις ελληνικές επιχειρήσεις.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με την κατάταξη του IMD (Institute for Management Development), βρίσκεται σε υψηλότερη θέση μόνο από χώρες όπως η Βραζιλία, η Ουκρανία και η Βενεζουέλα, οι οποίες σπαράσσονται από κοινωνικές αναταραχές και πολεμικές συγκρούσεις.
Σημειώνεται ότι εκπρόσωπος του IMD στην Ελλάδα είναι ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδος (ΣΒΒΕ), ο οποίος ειδικά για το ζήτημα αυτό συνεργάζεται με το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Αξίζει, ωστόσο, να επισημανθεί εδώ ότι η άνοδος της Ελλάδας στην 50ή θέση οφείλεται κατά μεγάλο βαθμό σε σειρά παρεμβάσεων στην αγορά εργασίας, μεταξύ αυτών και στη μείωση του μισθολογικού κόστους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολιτών, ειδικά όταν δεν συνοδεύεται από μείωση των φορολογικών βαρών.
Για την εξαγωγή της συνολικής θέσης λαμβάνεται υπόψη η βαθμολογία και η κατάταξή της σε τέσσερις επιμέρους κατηγορίες στις οποίες συνολικά μετρώνται 340 διαφορετικοί δείκτες. Σε ελεύθερη πτώση βρέθηκε η Ελλάδα σε ό,τι αφορά την Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα, χάνοντας 14 θέσεις και κατατάχθηκε στην 57η από την 43η θέση στην έκθεση του 2015 (σ.σ. αφορούσε τις επιδόσεις του 2014).
Η ραγδαία αυτή υποχώρηση αποδίδεται, σύμφωνα με την Καθημερινή, στην πιστωτική ασφυξία και στην έλλειψη ρευστότητας των εγχώριων επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα, κυρίως, των capital controls. Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση μεταξύ των «61» στους δείκτες χρηματοοικονομικού κινδύνου και λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού κλάδου, ενώ σημειώνει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση (κατατάσσεται στην 60ή θέση) στον δείκτη διαθεσιμότητας πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις. Προτελευταία κατατάσσεται η Ελλάδα και σε ό,τι αφορά την εικόνα της στο εξωτερικό. Το τελευταίο αυτό στοιχείο, το οποίο συνιστά επί της ουσίας το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και επιχειρηματικότητα αλλά και προς το πολιτικό σύστημα, αντανακλάται αφενός στη δυσκολία των μεταποιητικών επιχειρήσεων να εξάγουν τα προϊόντα τους στις διεθνείς αγορές και αφετέρου στην αδυναμία προσέλκυσης μεγάλων παραγωγικών επενδύσεων.
Σε ό,τι αφορά τις άλλες τρεις κατηγορίες δεικτών, η κατάταξη της Ελλάδας διαμορφώθηκε ως εξής:
• Οικονομική Αποδοτικότητα: η Ελλάδα διατηρήθηκε στην 58η θέση, όπως και στην περυσινή έκθεση.
• Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα: η Ελλάδα υποχώρησε στην 59η θέση, υποχωρώντας κατά δύο θέσεις.
• Υποδομές: από την 35η θέση στην επετηρίδα του 2015, η Ελλάδα υποχώρησε στην 38η θέση.
Η εικόνα για την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας είναι πιο απογοητευτική, εάν συγκριθεί με αυτή άλλων χωρών που βρέθηκαν σε καθεστώς Μνημονίου ή εφαρμόστηκαν ανάλογα μέτρα λιτότητας, όπως για παράδειγμα η Ισπανία.
Η Ιρλανδία έκανε το μεγαλύτερο άλμα ανταγωνιστικότητας, καθώς στη φετινή έκθεση κατατάσσεται στην έβδομη θέση από την 16η πέρυσι, η Ισπανία κατατάσσεται στην 34η θέση από την 37η πέρυσι, ενώ η Πορτογαλία υποχώρησε στην 39η από την 36η θέση, αρκετά ψηλότερα πάντως από την Ελλάδα. Σε καλύτερη θέση από την Ελλάδα βρίσκονται επίσης δύο βαλκανικές χώρες και παράλληλα μέλη της Ε.Ε., η Ρουμανία (στην 49η θέση) και η Βουλγαρία (στην 50ή θέση).