Μεγάλη κατηγορία συνταξιούχων τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον, συνταξιοδοτείται και θα συνταξιοδοτείται με σαράντα έτη ασφάλισης σε ηλικία εξήντα δύο ετών. Πολύ λίγες είναι οι περιπτώσεις τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, που ο χρόνος ασφάλισης των σαράντα ετών συμπληρώνεται μόνο από πραγματικό χρόνο ασφάλισης.
Γράφει ο δικηγόρος, Δημήτρης Μπούρλος
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων για την συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου γίνεται χρήση και προσθήκη πλασματικών ετών. Για την αναγνώριση των πλασματικών ετών απαιτείται (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) εξαγορά, η οποία συναρτάται με το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών – αποδοχών που έχει ο ασφαλισμένος τον μήνα που προηγείται της αίτησης αναγνώρισης – εξαγοράς. Με τη θέσπιση του νέου συστήματος επιλογής ασφαλιστικής κατηγορίας από 1-1-2020, στην ουσία οι ελεύθεροι επαγγελματίες, επιστήμονες, αυταπασχολούμενοι, συμμετέχοντες σε εταιρείες, αγρότες κ.λπ., έχουν δυνατότητα να επιλέγουν και την κατηγορία άρα και το ύψος των εισφορών που θα καταβάλλουν για τα πλασματικά έτη.
Κάποιος για παράδειγμα, που προτίθεται να συνταξιοδοτηθεί το 2021 με αναγνώριση πλασματικών, ο οποίος συνεχίζει την ασφάλισή του, μπορεί έως 31-12-2021 να επιλέξει την ασφαλιστική κατηγορία που τον εξυπηρετεί στο συνταξιοδοτικό πλάνο που έχει καταρτίσει. Δεν ισχύει κάτι αντίστοιχο στους μισθωτούς. Γι΄ αυτούς, το κόστος των πλασματικών προσδιορίζεται αποκλειστικά από το ύψος των αποδοχών που έχουν τον μήνα πριν την αίτηση αναγνώρισης, το οποίο βεβαίως δεν το επιλέγουν. Για τους μισθωτούς που έχουν υψηλές αποδοχές το κόστος αναγνώρισης (20% επί των μικτών αποδοχών) είναι ιδιαίτερα υψηλό, σε πολλές δε περιπτώσεις, ή δεν προχωρούν σε αναγνώριση πλασματικών ετών, επιλέγοντας την συνταξιοδότηση με μειωμένη σύνταξη ή δεν προχωρούν σε συνταξιοδότηση, συνεχίζοντας την εργασία τους ώστε έτσι να συμπληρώσουν τα σαράντα έτη ή φροντίζουν να «μειώσουν» τις αποδοχές με τις οποίες ασφαλίζονται, ώστε να φθάσουν σε ένα λογικό κόστος εξαγοράς.
Άποψή μου είναι ότι στο όλο θέμα απαιτείται μια νέα προσέγγιση. Με δεδομένο ότι πλέον το ύψος της εισφοράς εξαγοράς πλασματικών συνυπολογίζεται και συνεισφέρει στην διαμόρφωση του μέσου όρου συνταξίμων αποδοχών, που αποτελεί την μία βασική παράμετρο προσδιορισμού της ανταποδοτικής σύνταξης, η ακριβή ή φθηνή εξαγορά πλασματικών δεν αποτελεί ούτε χάρισμα ούτε τιμωρία στην συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου, αλλά παράγοντα συνδιαμόρφωσης του ύψους της σύνταξης, θα μπορούσε να θεσπισθεί επιλογή του ασφαλισμένου μισθωτού στο ύψος των αποδοχών που θα εξαγοράζει τα πλασματικά έτη. Αυτό θα συνιστούσε ισόνομη αντιμετώπιση και προς τον ασφαλισμένο ελεύθερο επαγγελματία, που έχει αντίστοιχη επιλογή.
Με αυτό τον τρόπο θα αποφεύγονται και καταστρατηγήσεις που είναι γνωστό ότι σε πολλές περιπτώσεις γίνονται, προκειμένου να καταστεί οικονομικά δυνατή η συνταξιοδότηση. Θεωρώ ότι η νέα προσέγγιση που φαίνεται να υπάρχει για κάποιες πτυχές του ασφαλιστικού απαιτεί επανεξέταση και του θέματος στο οποίο αναφερόμεθα και άλλων, σε μια κατεύθυνση εκλογίκευσης και απλοποίησης του συστήματος.